“Η ΚΑΣΣΙΑΝΗ Ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ και το δικό τους τροπάριο!”

Του Λάμπρου  Βαζαίου Στρατιωτικού Ιατρού (ε.α), πανεπιστημιακού και συγγραφέα-ερευνητή.

  “Ο Γ.Ν.Πεντζίκης ακολούθησε με σεβασμό και ιδιαίτερη επιτυχία , τις διεισδύσεις και κάποιες καταδύσεις στον Βυζαντινό χώρο, που έκανε ο πατέρας του ο Ν.Γ.Πεντζίκης. Ο Αρχαίος φαρμακοποιός της Εγνατίας οδοιπόρησε στην Β. Ελλάδα βλέποντας, μαθαίνοντας και δασκαλεύοντας, την φύση και την ιστορία σε όλους μας. Ως αληθινός Άρχοντας όμως όλα αυτά τα έκανε με τον δικό του αποκλειστικά τρόπο μιλώντας, γράφοντας και ζωγραφίζοντας για όλα, υπαινισσόμενος ότι όλα αυτά πλέον, αφορούν αποκλειστικά σε όσους θέλουν να προσπαθήσουν να λύσουν τους γρίφους του! Από την στιγμή που έκλεισα, έχοντας τελειώσει την ανάγνωση, το πρώτο βιβλίο του που είχε πέσει στα χέρια μου (δεν έχει σημασία πιο) κατάλαβα πως γνώρισα έναν Βυζαντινό! .

  Ήταν η ανάγκη του καθενός από την γενιά μου να μάθει κάτι περισσότερο από όσα τσιγκούνικα και κάποτε ανάποδα μας μάθαιναν για το Βυζάντιο στο σχολείο. Ήταν ακόμη η ανάγκη να ψηλαφήσουμε την μαγεία του τόσο μακρινού Βυζαντινού Μεσαίωνα, που δεν τον λέγανε έτσι τότε. Η εκκλησιαστική τυπολατρεία και ιδίως η απώθηση που προκαλούσε η υποχρεωτική φοίτηση στα κατηχητικά με τα παρεπόμενα της, μας έδιωχναν και μας έστελναν σε πιο ελκυστικές διαδρομές. Η γνωριμία όμως με τον Ν.Γ.Πεντζίκη και άλλους που μαζί πορεύονταν, έκανε την διαφορά από την αφόρητη πλήξη της λογοτεχνίας που ήταν η «επιτρεπόμενη». Αυτή που επιβαλλόταν από απαίδευτους και ανόητους κρατικούς και ρασοφόρους «εθνικόφρονες εκτιμητές της εξωσχολικής λογοτεχνίας».

  Έδωσε ο υιός Πεντζίκης λοιπόν με το ογκώδες έργο του «Το Βυζάντιο έχει ρεπό» σημαντικά στοιχεία αλλά και κάποιες λεπτομέρειες πολύ ιδιαίτερες. Είναι όλα τους, τα στοιχεία και οι λεπτομέρειες, αρκετά για να συμπληρώνουν όσα δεν πρόλαβαν να προσεγγίσουν ή ακόμη όσα παρέλειψαν οι Βυζαντινολόγοι. Η ανανέωση της σχέσης του αναγνώστη με τον «Αριστοφανικό» Πτωχοπρόδρομο και το όχι τυχαίο συναπάντημα με τον Κωνσταντίνο Μανασή και τα λαϊκά ευφυολογήματά του, ήταν για μένα ελκυστικές λύσεις διόδου για την προσέγγιση της εποχής.

  Τα «Χίλια Χρόνια» ζωής του κράτους που τελικά ονομάσαμε Βυζάντιο με πρωτεύουσα του την Κωνσταντινούπολη, περάσανε με την «Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» αγκαλιασμένη με ό,τι Ελληνικό, κυρίως όμως με την γλώσσα. Είναι απολαυστική η αμεσότητα, η απλότητα και η εύκολη εκφορά για τον σύγχρονο Έλληνα της γλώσσας των Βυζαντινών, τα Ελληνικά που μιλιόντουσαν στην καθημερινή ζωή από όλους. Είναι η «Κοινή» που περπάτησε και διαδόθηκε σε όλη την Ανατολή, έγινε χρηστική για το μωσαϊκό των ανθρώπων της Αυτοκρατορίας, ανεξάρτητα προέλευσης και εθνικής τους ταυτότητας. Με αυτήν την «αποσκευή» κατάφερε και χώρεσε τόσο καλά τις ανάγκες έκφρασης του σκλαβωμένου Γένους αργότερα. Να τολμήσω να πάω παρακάτω και να πω για την σύγχρονη Δημοτική;

  Η γλώσσα της εκκλησίας, η γλώσσα των Ευαγγελίων, ό,τι μεθοδεύτηκε και καθιερώθηκε από τους Αλεξανδρινούς, τους Εβδομήκοντα, τον Ωριγένη, τους Ελληνίζοντες και τους Ελληνικούς, που έλεγε ο Καβάφης, ήταν η γλώσσα του Κράτους. Το «ρωμαϊκός» παρέμεινε βέβαια μέχρι τέλους ως επίσημος προσδιορισμός και τα Λατινικά τους πρώτους αιώνες χρησιμοποιούνταν στα πολύ επίσημα κρατικά έγγραφα. Το «Ελληνικός» που μπερδευόταν με το «εθνικός» και χαρακτήριζε κάτι ειδωλολατρικό είχε κακή τύχη στην κοινωνία που ζούσε τον ενθουσιασμό της επικράτησης του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του «Ρωμαϊκού Κράτους.

  Η λογοτεχνία όμως η ποίηση, η φιλοσοφία και όλες οι ανθρωπιστικές «διαδικασίες» δεν αναπτυχθήκανε ελεύθερα και συμμετρικά, δεν έδωσαν έργα με συνέχεια και αντοχή στον χρόνο. Υπάρχει όμως το θέμα της διαφορετικότητας της ζωής με το τώρα και το τότε στα «Χίλια Χρόνια» Βυζαντινής ζωής! Η θρησκεία με εκφραστή της την εκκλησία και σε στενή σύνδεση με την εξουσία, καθόρισε και έλεγξε αποφασιστικά την πορεία της πνευματικής ζωής. Η ποίηση «καλύφθηκε» σε μεγάλο μέρος από την θρησκευτική υμνογραφία που για να είμαστε δίκαιοι έδωσε σειρά αριστουργημάτων. Η Μουσική σε πολύ μεγάλη έκταση λειτούργησε ως θρησκευτική με δικούς κανόνες, δίνοντας και αυτή έργα μεγάλης έμπνευσης τα περισσότερα σε λατρευτική κατεύθυνση.

  Δεν έπαψε βέβαια να υπάρχει η αυθόρμητη λαϊκή μουσική δημιουργία και παράδοση, για την οποία όμως δεν ξέρουμε πολλά. Οι χρονικογράφοι μιλούν για την μουσική της Βυζαντινής λαϊκής ταβέρνας η ακόμη και των καταγωγίων με τις αυλητρίδες και τα τολμηρά και συχνά άσεμνα ακούσματα. Η λαϊκή ποίηση, μάλλον για την απλοϊκή της στιχουργία την καταγράφουν, φαίνεται πως γινόταν σκωπτική συνοδεύοντας την πάντα δύσκολη καθημερινότητα του κατοίκου της πόλης, του αγρότη, του στρατιώτη. Όσο για τα εικαστικά δρώμενα, είναι φανερό πως η εικονογραφία και ότι είχε σχέση με τους ναούς, κάλυπτε μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Τα Ανάκτορα, κάποια δημόσια κτίρια, χωρίς να παραλειφθούν οι κατοικίες αρχόντων και πλουσίων πολιτών ήταν ο άλλος πόλος ανάπτυξης τέχνης με περιεχόμενο όμως σε μεγάλο μέρος θρησκευτικό. Η Βυζαντινή Τέχνη δημιούργησε Σχολές και έδωσε αριστουργήματα που συνδυαζόμενα με τα τεχνικά επιτεύγματα και την Αρχιτεκτονική προκαλούν και σήμερα θαυμασμό.

  Η πολύ σύντομη περιπλάνηση μας στο Βυζάντιο έχει σκοπό να θυμίσει πως λίγα, πολύ λίγα έκαναν οι τέχνες μακριά από την επίδραση της θρησκείας και την χειραγώγηση της εκκλησίας. Η Κρατική εξουσία ήταν σφικτά δεμένη με το θρησκευτικό-εκκλησιαστικό κατεστημένο που λειτουργούσε ως ισότιμος πόλος εξουσίας. Οι άνθρωποι που είχαν την μόρφωση, την καλλιέργεια, την έμπνευση για δημιουργία κατευθυνόντουσαν αποκλειστικά σχεδόν σε θρησκευτικά θέματα διαθέτοντας τις δραστηριότητες τους αποκλειστικά σχεδόν στην εκκλησία. Στην καθημερινότητα, στις αγορές, στον Ιππόδρομο, στους δρόμους και τις πλατείες, ο Λαός όπως ήταν φυσικό διασκέδαζε με τα αστεία των μίμων χοντροκομμένα συνήθως, με τραγούδια των αυλητρίδων, τα καμώματα των γυναικών των καταγωγίων και τις ιαχές των Βένετων και Πράσινων στον Ιππόδρομο. Για τις άλλες «τάξεις» διαφορετικού «κοινωνικού προβληματισμού», όπως θα λέγαμε την μεσαία τάξη, μάλλον δεν ξέρουμε κάτι για τους τρόπους ψυχαγωγίας.

Εδώ όμως σταματά η περιήγηση στην Βυζαντινή κουλτούρα και γυρίζουμε στο αρχικό θέμα, τον Θεόφιλο, την Κασσιανή και το ιδιόμελο που ξέρουμε όλοι ως Τροπάριο της Κασσιανής που τελικά ήταν έργο και των δυό τους! Η Μεγάλη Εβδομάδα έχει ιδιαίτερες στιγμές για όσους διατηρούμε χαλαρή σχέση με την θρησκεία και την εκκλησία, την σχέση που από χρόνια έμεινε να αφορά στους ευπρεπείς πολίτες. Η Μ.Τρίτη είναι η δεύτερη ημέρα προετοιμασίας για την συμμετοχή στο Θείο Πάθος και από παλιά είχε ιδιαίτερη θέση στην δική μου, την προσωπική ζωή και διαδικασία. Αγαπημένοι φίλοι που έφυγαν νωρίς, οι γλυκιές ανοιξιάτικες βραδιές στην Χρυσοκαστριώτισα στην Πλάκα που περάσαμε μαζί ακούγοντας από τον παιδίατρο συνάδελφο την υπέροχη απόδοση του ιδιόμελου, μένουν συναισθηματικά ενέχυρα του βίου. Η ήμερη γωνιά της ταβέρνας, της τόσο παλιάς ταβέρνας που καθόμαστε όλοι μαζί, μετά την εκκλησία για ένα κρασί κουβεντιάζοντας τα όνειρα μας, όλα αυτά να αφήνουν γλυκόπικρη γεύση, την γεύση και την θύμηση αυτών που χάθηκαν. Είναι αυτά, που όσοι μπορούμε ακόμα, τα φυλάμε στο πιο μυστικό ερμάριο της ψυχής μας.

Ας είναι όμως! Καιρός πια να μιλήσουμε για την Κασσιανή, για το μήνυμα της Κασσιανής. Η όμορφη Βυζαντινή αρχοντοπούλα με την προσεγμένη μόρφωση και το σπάνιο ταλέντο στην ποίηση άφησε παρακαταθήκη την αξιοπρεπή της στάση απέναντι σε προκλήσεις, απ’όπου και αν προέρχονται. Ήταν η στάση των ανθρώπων που σέβονται τον εαυτό τους και τις Αρχές τους.

Όπως αναφέρει ο Σίμων ο Μάγιστρος, χρονικογράφος του Μεγάλου Παλατίου, το 830μΧ η Αυτοκράτειρα Ευφροσύνη κάλεσε τις ομορφότερες κοπέλες της Αυτοκρατορίας στο Τρίκλινο, για να διαλέξει μεταξύ τους την μέλλουσα σύζυγό του ο γιός της, ο νεαρός Θεόφιλος, που είχε στεφθεί πρόσφατα Αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη. Νέος με καλή παιδεία ο Θεόφιλος, ευφυής και αποφασιστικός όπως έδειξε η μετέπειτα πορεία του, πριν δώσει το χρυσό μήλο της επιλογής στην όμορφη Κασσιανή, θέλησε να δοκιμάσει τον χαρακτήρα της λέγοντας:

« Ως άρα δια γυναικός ερρύει τα φαύλα» υπαινισσόμενος το ολίσθημα της Ευας!

Η απάντηση της Κασσιανής στον Θεόφιλο άμεση και «πληρωμένη»

«Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» Η Κασσιανή άμεσα αναφέρεται στην Παναγία που εξιλεώνει τον άνθρωπο από το Προπατορικό!

Ο έκπληκτος Θεόφιλος κοντοστέκεται, μένει σκεπτικός και μετά από λίγα λεπτά αμήχανης σιωπής προσφέρει το μήλο, την καρδιά του και τον θρόνο στην όμορφη Θεοδώρα από την Παφλαγονία, που στεκόταν σιωπηλή και συνεσταλμένη δίπλα στην Κασσιανή.

Η Κασσιανή αφού Βασίλισσα του κόσμου τούτου δεν έγινε, όπως η ίδια μας λέει, αποφάσισε να γίνει υπήκοος της αιώνιας βασιλείας του Χριστού. Έγινε Μοναχή, ίδρυσε Μονή στην οποία έζησε ως Ηγουμένη την υπόλοιπη ζωή της. Εκεί άνθισε το ποιητικό της ταλέντο. Μας άφησε υπέροχη θρησκευτική ποίηση, όπως αναφέρουν οι Συναξαριστές, την παρακαταθήκη ζωής γεμάτης πνευματική δημιουργία και έργα ευποιίας. Εκεί στην Μονή της Ηγουμένης Κασσιανής, φαίνεται πως εκτυλίχθηκε το σκηνικό που περιγράφει το συγκλονιστικό τροπάριο. Ο Θεόφιλος, λέει η παράδοση, πήγε να επισκεφθεί το Μοναστήρι χωρίς να ειδοποιήσει.

Την ώρα εκείνη η Κασσιανή στο αναλόγιο της έγραφε τους στίχους του ιδιόμελου.

……. « Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…….»

Τρόμαξε από τον θόρυβο της απρόοπτης παρουσίας και κρύφτηκε.

…….« …κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα τω φόβω εκρύβη»

  Ο Θεόφιλος μπροστά του είδε το μισοτελειωμένο κείμενο της Κασσιανής. Δεν έχασε καιρό. Συμπληρώνοντας και τελειώνοντας την τελευταία στροφή του ποιήματος «πήρε το αίμα του πίσω» για εκείνη την ημέρα στο Τρίκλινο του Μεγάλου Παλατίου. Μας έδειξε ακόμη πως τα Ελληνικά του ήταν καλά όσο και της Κασσιανής. Το σπουδαιότερο όμως είναι πως άμεσα και επιτυχημένα μπορούσε να συνεχίζει και να τελειώνει ένα ποίημα που απρόοπτα βρέθηκε μισοτελειωμένο μπροστά του.

  Δεν είναι καθόλου απλό αυτό ακόμη και για δόκιμους ποιητές, να έχουν δηλαδή την ετοιμότητα και κυρίως την έμπνευση να συνεχίσουν και να τελειώσουν με επιτυχία στιχούργημα που ξεκίνησε η ευαισθησία άλλου ανθρώπου. Ο Θεόφιλος δεν δίστασε να διαδεχθεί στο αναλόγιο την Κασσιανή. Διαβάζοντας όσα ήδη είχε γράψει η Ηγουμένη κατάλαβε αμέσως με ποιους στίχους θα συνέχιζε η Κασσιανή το ιδιόμελο και με άνεση το τελείωσε ο ίδιος. Ενημέρωσε έτσι άμεσα όλους μας πως η παιδεία και η πίστη του δεν υπολειπόντουσαν τις αντίστοιχες της ηγουμένης Κασσιανής!.

  Το «Τροπάριο της Κασσιανής» πέρασε στην παράδοση, έγινε μέρος της Λαϊκής μας περιουσίας. Η ικεσία του… «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα γυνή..» σίγουρα δεν απευθύνεται αποκλειστικά σε γυναίκες με ηθικά ελλείματα, είναι η δέηση για βοήθεια του κάθε κατατρεγμένου. Το ξέρει καλά ο Λαός μας γιατί ήταν σπάνιες οι περίοδοι της ιστορίας του που δεν είχε, που δεν ένιωθε την ανάγκη να καταφύγει σε ανώτερη δύναμη. Ζώντας πολλούς αιώνες με τους παλιούς Θεούς του, μοιραζότανε μαζί τους τα καλά και τα κακά, την ευτυχία και την δυστυχία, την ζωή και τον θάνατο. Οι Θεοί όμως κάποτε κουράστηκαν και έφυγαν και ο καινούργιος Θεός, μοναδικός πια, ήρθε και έμεινε ως ο Θεός της Αγάπης και της απαντοχής. Αυτό θέλει να μας διαβεβαιώσει το Τροπάριο της Κασσιανής που το τελείωσε τόσο όμορφα ο Θεόφιλος και σίγουρα δεν υπάρχει Έλληνας που να μην γνωρίζει την ύπαρξη του, είτε θρησκεύεται είτε όχι.

  Τα μήνυμα της Βυζαντινής Αρχόντισσας συμπληρωμένο από τον ίδιο τον Αυτοκράτορα όμως είναι άλλο. Με τον πιο άμεσο τρόπο η Κασσιανή μας καλεί κοντά της υποδεικνύοντας πως είμαστε οι δικοί της άνθρωποι και πως η ίδια, ο Θεόφιλος και ο Μάγιστρος, η Ευφροσύνη και όλοι οι άλλοι είναι οι παλιοί «δικοί μας άνθρωποι» πως είμαστε η συνέχεια τους! Πως μιλάμε την ίδια γλώσσα, πως έχουμε τον ίδιο Θεό, πως σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Πως έχουμε ακόμη τα ίδια ελαττώματα και μας κατατρέχουν οι ίδιες κακές μοίρες.

Είναι οι παλιοί, οι δυνατοί δικοί μας άνθρωποι και τις δύσκολες ώρες που χρειαζόμαστε την ευχή τους, ξέρουμε καλά πως απλόχερα θα μας την δώσουν και με αγάπη θα σταθούν δίπλα μας”.

_______________________________________________________________________________________________________

*Του Καλλίστρατου του αξέχαστου φίλου που δεν είναι πια μαζί μας, για τα δειλινά της Μ.Τρίτης στην Χρυσοκαστριώτισσα τότε που ακούγαμε από τον παιδίατρο-ψάλτη ο τροπάριο. Για τις όμορφες στιγμές μετά στον Πλάτανο την πιο παλιά ταβέρνα της Πλάκας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *