Οι πλαστογράφοι των Αθηνών οι Σταυροφορίες και ο Πρίγκηψ Σαντορίνης και Θηρασίας
Υποθέσεις Τέχνης, Ιστορίας και απάτης
Πριν λίγες μέρες, η Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, εξάρθρωσε μια σπείρα που επιχειρούσε να πουλήσει πλαστούς πίνακες των Πικάσο, Πόλλοκ, Τσαρούχη και άλλων διάσημων ζωγράφων.
Αλλά όσο επιδέξιος κι αν ήταν ο πλαστογράφος, οι εγκέφαλοι της συμμορίας σίγουρα ήταν ή γελοιωδώς πρωτάρηδες ή πρωτόγονα άπληστοι. Πιθανόν και τα δύο μαζί. Πλαστογραφείς, και επιχειρείς να πουλήσεις έναν Πικάσο που και ο πλέον αλμπάνης ιστορικός τέχνης, είναι ικανός να αναγνωρίσει ακόμα και τη γνησιότητα μιας πρόχειρης σημείωσής του σε χαρτοπετσέτα εστιατορίου;. (Θρυλείται, πως ένας εστιάτορας, προσφέρθηκε να του κεράσει το γεύμα, αρκεί να υπέγραφε σε μια χαρτοπετσέτα του μαγαζιού του. Και τότε-σύμφωνα πάντα με τον αστικό μύθο- ο Πάμπλο Πικάσο κομπάζοντας για την εμπορική αξία που είχε μια και μόνο λέξη, γραμμένη από αυτόν, απάντησε: «Αγαπητέ μου, εδώ ήρθα να φάω, όχι να αγοράσω το εστιατόριο»).
Πρέπει να βρεθεί κάποιος συνταρακτικά αγράμματος νεόπλουτος, ή κάποιος βαθύπλουτος αγροίκος ναρκέμπορος που να δείξει ενδιαφέρον για ένα «αυθεντικό, αλλά χαμένο» έργο του Πικάσο ή του Πόλλοκ. Αλλά ακόμα κι έτσι, προτού δαπανήσει ένα εξαψήφιο ή επταψήφιο ποσό, θα ήθελε να σιγουρευτεί για τη γνησιότητά του. Δεν ψωνίζεις Πικάσο, από τη λαϊκή!. Όσο για τη μίζερη ελληνική αγορά τέχνης, εκεί τα πράγματα γίνονται ξεκαρδιστικά. Απλά δεν υπάρχει, τέτοιος μαικήνας, τόσο κορδωμένα φιλότεχνος και τόσο καλλιτεχνικά αναλφάβητος και με τόσα λεφτά.
Οπότε, μένει η διεθνής αγορά. Αλλά εκεί, από την εποχή του θρυλικού και ευφυούς Χαν βαν Μέιχερεν που πλαστογραφούσε με εκπληκτική δεξιότητα Βερμέερ και άλλους Φλαμανδούς ζωγράφους, οι πάντες είναι κουμπωμένοι. Οι δε διεθνείς κλεπταποδόχοι (κλεφτακούμπες, κατά τον Τσιφόρο), διαθέτουν τέτοιες γνώσεις και τέτοια επιτελεία που ακόμα και μεγάλα μουσεία με διαπρεπείς εφόρους, δυσκολεύονται να έχουν.
Εν ολίγοις, η όλη επιχείρηση μοιάζει με «σε δίνω ένα Πικάσο και έναν Πόλλοκ κοψοχρονιά και με τα ρέστα, έναν Τσαρούχη».
Ιστορία με πλιατσικολόγους Σταυροφόρους
Δηλαδή, δεν υπάρχει εμπόριο πλαστών έργων τέχνης;. Φυσικά και υπάρχει. Αλλά οι σύγχρονοι λωποδύτες, δεν αγγίζουν τα «ιερά τέρατα» της ζωγραφικής. Προτιμούν δευτεροκλασάτους και τριτοκλασάτους καλλιτέχνες. Ή έχουν άλλες μεθόδους. Όπως αυτή του αριστοκράτη-λωποδύτη Κριστιάνο Μπαρότσι.
Ήταν -ή τουλάχιστον ισχυριζόταν πως ήταν- ευγενούς καταγωγής. Έφερε τον βαρύγδουπο τίτλο «Πρίγκιπας της Σαντορίνης και της Θηρασίας». Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι, που έλεγε και ο Οβελίξ. Γιατί κανένα μεγάλο ψέμα και καμία απάτη δεν στέκεται χωρίς να περιέχει πολλές μικρές αλήθειες.
Η ιστορία, ξεκινά από τους Σταυροφόρους. Στην Τέταρτη Σταυροφορία. Κατευθύνονταν προς τους Αγίους Τόπους, αλλά έκαναν μια στάση στη Βασιλεύουσα. Εκεί επικρατούσε χάος. Βασίλευε ο Ισαάκιος Β΄ Άγγελος. Προηγουμένως είχε ανατρέψει τον Ανδρόνικο Κομνηνό και κατόπιν τον παρέδωσε στο αγριεμένο πλήθος που τον κατακρεούργησε. Ο αγαπημένος του μεγάλος αδελφός Αλέξιος Γ΄ Άγγελος, ανέτρεψε αυτόν όμως και τον τύφλωσε. Ο γιός του Ισαάκιου, Αλέξιος Δ΄΄ Άγγελος, ζήτησε τη βοήθεια της Δύσης για να επαναφέρει τον πατέρα στο θρόνο. Ο 95χρονος τότε, ημίτυφλος Ερίκος Ντάντολο (Enrico Dandolo, 1107 – 1205) 41ος Δόγης της Γαληνοτάτης Βενετίας, έχοντας άλλα σχέδια κατά νου, άρπαξε την ευκαιρία .
Οι Σταυροφόροι, έφεραν μεν τον έκπτωτο τυφλό αυτοκράτορα στο θρόνο, αλλά εκείνος όντας αδύναμος να ασκήσει τα καθήκοντά του, παραιτήθηκε προς όφελος του γιου. Αυτός τα έκανε μαντάρα και ο παμπόνηρος γραφειοκράτης Αλέξιος Μούρτζουφλος, τον ανέτρεψε και τον στραγγάλισε, ενώ δολοφόνησε και τον γηραιό Ισαάκιο.
Την ώρα εκείνη, οι ευσεβείς πολεμιστές της πίστης, σκέφτηκαν «που να τρέχουμε τώρα στα Ιεροσόλυμα, να αρπάξουμε και καμιά πούντα χειμωνιάτικα». Το περίλαμπρο μαγαζί που λεγόταν Κωνσταντινούπολη, εκτός από ζεστό, ήταν και ξεκλείδωτο. Όρμησαν λοιπόν και άρπαξαν, ότι γυάλιζε. Διαγούμισαν ακόμα και την Αγια-Σοφιά. Ο ίδιος ο Δάνδολος, διέταξε τον υποτακτικό του, Ντομένικο Μοροζίνι (Domenico Morosini), να μεταφέρει τα τέσσερα, εκπληκτικά χάλκινα άλογα που κατέληξαν αφιέρωμα στον Άγιο Μάρκο. Και επειδή δεν χώραγαν στα αμπάρια, εκείνος τους έκοψε τα κεφάλια που μετά τα συγκόλλησαν στη Βενετία καλύπτοντας το σημείο κοπής με κολάρο.. Τα εντυπωσιακά γλυπτά, υποστηρίζεται πως ήταν έργο του Λύσσιπου (4ος π.Χ αιώνας) που τοποθετήθηκαν στη Χίο και αργότερα ο Θεοδόσιος Β΄ τα μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, για να κοσμήσουν τον Ιππόδρομο.
Οι Μπαρότσι
Κάπου εκεί, αρχίζει η ιστορία των Μπαρότσι. Η κατακτημένη πόλη, δόθηκε στον κόμη της Φλάνδρας που με το όνομα Βαλδουίνος Α΄, χρίστηκε Αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης. Την υπόλοιπη αυτοκρατορία τη μοίρασε στους λιμασμένους χωριάτες από τη Δύση, που όμως, όλα κι όλα, ήταν ευγενείς. Στον Μάρκο Σανούδο, έπεσε ο κλήρος των Κυκλάδων. Κατευθύνθηκε εκεί με τα καράβια του και κατέλαβε 12 νησιά, που μοιράστηκε με το σόι του δημιουργώντας ως επίκεντρο το Δουκάτο της Νάξου. Στον υπασπιστή του Γιάκοπο Μπαρότσι (Jacopo Barozzi), έδωσε τη Σαντορίνη και τη Θηρασία, και τον τίτλο του Βαρόνου. Από εκεί λοιπόν, κρατά η γενιά του λωποδύτη της Βενετίας.
Ο Κριστιάνο Μπαρότσι, ήταν άνθρωπος του καλού κόσμου. Έκανε μεγάλη ζωή, είχε μπάτλερ (από την Κευλάνη) και μπαινόβγαινε στα παλάτσο της Βεντίας. Ήταν «Ένας από εμάς», σύμφωνα με την βενετσιάνικη αριστοκρατία. Ήταν όμως και αδέκαρος. Κακό πράμα, η αφραγκία. Όταν μάλιστα, είσαι συνηθισμένος να κάνεις «μεγάλη ζωή», όπως απαιτεί ο τίτλος και ο κύκλος σου, η κατάρα γίνεται αβάσταχτη. Τα έξοδα είναι μεγάλα και το να εργαστείς σε μια δουλειά, όπως η πλέμπα, είναι μπανάλ. Αν δεν καταφέρεις να κάνεις και κανένα μοργανατικό γάμο με κάποια νεόπλουτη χωριάτα που διψά να γίνει κοντέσα, τα πράγματα σκουραίνουν.
Οπότε, ο Βαρόνος « Άρχων Σαντορίνης και Θηρασίας», o «il Principe» σύμφωνα με τις ιταλικές εφημερίδες, αναγκάστηκε να παραβεί λιγάκι το νόμο. Όχι πολύ, όσο πατά η γάτα. Το μοτίβο δράσης του, έξυπνο και φαινομενικά ακίνδυνο. Ο Σιναλέζος μπάτλερ του μαζί με έναν ομοεθνή του, έπιαναν δουλειά σε κάποιο Παλάτσο. Έκαναν μια πρώτη κατόπτευση του χώρου και εντόπιζαν τα λιγότερο φωτισμένα και επισκέψιμα σημεία, όπου κρέμονταν παλιοί πίνακες. Όχι, μεγάλων καλλιτεχνικών απαιτήσεων, αλλά και μόνο η παλαιότητα τους, έδινε αρκετή εμπορεύσιμη αξία. Και το κυριότερο;. Ήταν γνήσιοι.
Εκεί έπιανε δουλειά ο σύγχρονος Αρσέν Λουπέν. Το να προσκληθεί ένας αριστοκράτης σαν κι αυτόν σε δεξίωση σε κάποιο παλάτσο, ήταν πολύ απλό. Αντί όμως να χορεύει και να πίνει όλη την ώρα σαμπάνια ή Προσέκο, αυτός έδειχνε το ζωηρό ενδιαφέρον ενός παθιασμένου φιλότεχνου ευγενούς και έκοβε βόλτες για να θαυμάσει τους χώρους. Εντόπιζε τα μισοκρυμένα έργα και τα φωτογράφιζε. Την κομπίνα ενορχήστρωνε ο Claudio Mella, σύμβουλος της περιφερειακής υπηρεσίας μνημείων και καλών τεχνών, ο οποίος αναγνώριζε ποιοι πίνακες άξιζε να κλαπούν και ο Claudio Celadin, ένας ειδικός στην ψηφιακή φωτογραφία, που αναλάμβανε την αληθοφανή εκτύπωση σε καμβά.
Το έξυπνο σχέδιο δράσης
Ο Μπαρότσι, περίμενε υπομονετικά την επόμενη δεξίωση. Ήταν φυσικά πάλι προσκεκλημένος. Αλλά αυτή τη φορά δεν πήγαινε με άδεια χέρια. Κουβαλούσε μαζί του το αντίγραφο του πίνακα -στόχου. Κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης βόλτας στο παλάτσο, έκοβε τον καμβά και στο ίδιο πλαίσιο στερέωνε στα γρήγορα το αντίγραφο, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες μικρές ξύλινες σφήνες. Μετά, έφευγε χαιρετώντας με αβρότητα τους οικοδεσπότες, παίρνοντας μαζί του ένα αναμνηστικό, καλά κρυμμένο. Η αντικατάσταση δεν γινόταν αντιληπτή. Οι πίνακες, ήταν άλλωστε σε κακοφωτισμένα σημεία, δεν ανήκαν στους μαιτρ της ζωγραφικής και τους περισσότερους μόνο οι καμαριέρες που ξεσκόνιζαν, τους έβλεπαν σποραδικά.
Σειρά είχε ο Claudio Mella, που με το αδιαμφισβήτητο κύρος του συμβούλου τεχνών και μνημείων διαβεβαίωνε για τη γνησιότητα- που όντως υπήρχε. Ακόμα κι αν κάποιος έμπαινε στον κόπο να κάνει φασματογραφική εξέταση ή αναλύσεις της παλαιότητας των υλικών, των καμβάδων και της τεχνοτροπίας δεν θα έβρισκε τίποτα μεμπτό. Άλλο προσόν;. Το γεγονός πως ένας Αριστοκράτης, όπως ο Πρίγκηψ Σαντορίνης και Θηρασίας, αναγκαζόταν με «βαριά καρδιά», να αποχωριστεί ένα μέρος της κληρονομιάς που με κόπο είχαν συλλέξει οι μαικήνες πρόγονοί του, μεγάλωνε την αξία των έργων. Αλλά φυσικά, για να μην εκτεθεί ο ξεπεσμένος κόμης που η ανάγκη τον έφερε να ξεπουλήσει το βιός του, τονιζόταν η ανάγκη διακριτικότητας.
Μέσα σε πέντε μήνες, η σπείρα είχε βγάλει πάνω από ένα εκατομμύριο. Αλλά οι αρχές λένε, πως μάλλον το βιολί, κράτησε περίπου 10 χρόνια. Μιλούν μάλιστα για τουλάχιστον 41 πίνακες. Στην κατοχή τους βρέθηκαν και κάμποσα αντίγραφα, έτοιμα να μπουν στη θέση τους σε κάποια επόμενη δεξίωση. Πήγαινε καλά η δουλειά. Μέχρι που οι Καραμπινιέροι του Μέστρε -του χερσαίου τμήματος της Βενετίας-τσάκωσαν τον Σιναλέζο μπάτλερ. Και η ειρωνεία;. Τον συνέλαβαν για άλλη υπόθεση, άσχετη με τον Πρίγκιπα-Κόμη-Βαρόνο ή όπως αλλιώς είναι ο τίτλος του. Αλλά στην ανάκριση, κελάηδησε σαν φλώρι που πιάστηκε στη φουρμέλα. Τα είπε όλα και για όλους.
«Είμαι αφελής, είμαι αφελής, αλλά χρειαζόμουν χρήματα»
Τα θύματα, δήλωσαν σοκαρισμένα. «Που να το φανταστούμε;. Ήταν ένας από εμάς»!. Οι συνεργοί, πιάστηκαν αμέσως, αλλά ο Κριστιάνο Μπαρότσι, πρόλαβε και το έσκασε στον Άγιο Δομήνικο της Καραϊβικής. Αλλά, κάτι οι τύψεις, κάτι η ηλικία του -ήταν εβδομήντα, όταν αποκαλύφθηκε η δράση του-, τον έκαναν να γυρίσει πίσω και να παραδοθεί αυτοβούλως. «Είμαι αφελής, είμαι αφελής, αλλά χρειαζόμουν χρήματα», δήλωσε ενώπιον του Ενετού δικαστή Alberto Scaramuzza, σύμφωνα με την «La Nuova di Venezia I Mestre».
Εντάξει, δεν θα έλιωσε και πίσω από τα σίδερα, ο αριστοκράτης λωποδύτης. Ούτε σκότωσε, ούτε τραυμάτισε κανέναν. Απλά έδωσε νέα ζωή σε κάποιους ελάσσονες και ξεχασμένους ζωγράφους. Αλλά, ήταν όντως κληρονόμος του τίτλου;. «Κόμης σε τι, λοιπόν; «Από τη Σαντορίνη», διαβεβαιώνει ο δικηγόρος. Ένας τίτλος που του έρχεται από πολύ μακριά, από έναν πρόγονο Τζάκομο που πριν από οκτώ αιώνες έγινε βαρόνος της Σαντορίνης και της Θηρασίας απευθείας από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Μετά ήταν οι στρατηγοί Barozzi, οι αρχιεπίσκοποι, οι επίσκοποι, οι μαθηματικοί» γράφει η Corriere della Sera στις 9 Μαΐου 2012 .
Ευτυχώς που δεν του μπήκε η ιδέα να διεκδικήσει τον Σκάρο, που κατά τις ιστορικές πηγές, έχτισε ο μακρινός πρόγονός του. Αν όντως ήταν πρόγονος, του συμπαθούς παρά ταύτα, λωποδύτη.
Κάποιες πηγές:
Curiosita Veneziane Ovvero Origini Delle Denominazioni Stradali di Venezia.
https://www.veneziatoday.it/persone/cristiano-barozzi/
https://www.corriere.it/cronache/12_maggio_09/derubava-gli-amici-nobili-preso-il-conte-veneziano-andrea-pasqualetto_a1cea2f6-999c-11e1-85ab-3c2c8bfb44fd.shtml
https://www.lettera43.it/lalternativa-a-grillo-ce-e-barozzi-il-ladro-gentile/#google_vignette
annuario_della_nobiltà_italiana