“ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΜΟΥ”
Η ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΗ, “ΔΙΤΡΟΧΗ” ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΚΟΥΒΑΛΗ
“Να’ το το GOEBEL…όνομα κι αυτό. Τι περιμένεις από Γερμανούς;. Βρήκα τη φωτό στο διαδίκτυο και τσίμπησα…Ένα τέτοιο ποδήλατο ήταν βλέπεις το μεταφορικό μέσο του σπιτιού μου για 15 τουλάχιστον χρόνια. Θηρίο!!! Τώρα “κείτεται” δίπλα στον ξυλόφουρνο του σπιτιού και δεν το χαιρετάει κανείς, σε κατάσταση αποσύνθεσης…
Το αγόρασε ο πατέρας μου από τον Σελλή (ποδηλατάς) στο Άργος και τόφερε από κεί “καβάλα” κάπου στο 1963 ή 1964. Κάπου 30 χιλιόμετρα, πεταλιάς και ορθοπεταλιάς, ‘πάτησε”. Ο σαραντάρης τότε, Μπαρμπα-Γιάννης. Το Κέμπελ όπως το προφέραμε, επί το ελληνικότερο,έσκασε μύτη απαστράπτον, σε χρώμα μελί με κρόσσια πλαστικά στις χειρολαβές του τιμονιού, με τις γυαλιστερές του ακτίνες και ζάντες και άραξε με το καβαλέτο του στο υπόστεγο του πάνω σπιτιού. Νόμισα ότι ήρθε στο σπίτι MERCEDES. Πού να μ’ αφήσουν να το πλησιάσω…Εκτός από τη ζημιά, φοβόταν οι δικοί μου μη μας πλακώσει, μια “μπουκιά”παιδιά, που είμασταν τότε, εγώ και η αδελφή μου η Χριστίνα. Ήταν Βαρύς ο Γερμανός.
Η συνέχεια ήταν γραφειοκρατική. Το καβάλησε ο πατέρας μου, πήγε στο Αστυνομικό τμήμα Άστρους και έβγαλε την άδεια κυκλοφορίας. Τότε βλέπεις το ήθελε η Ελληνική πραγματικότητα, το χαρτί. Δεν ξέρω, αν στην Αστυνομία έβαλαν τον μακαρίτη να το βολτάρει για να δουν άν ξέρει ισορροπία…Εν πάση περιπτώσει το μελί Κέμπελ, πήρε τον αριθμό κυκλοφορίας 1010 και έκτοτε “αλώνιζε” νομιμότατα τους δρόμους,αγροτικούς και μή, της Θυρέας. Η νομιμότητα όμως πήγαινε περίπατο, όταν ο οδηγός-πατήρ, μας πήγαινε με την αδελφή μου, τρικάβαλο, παρακαλώ, στις παρελάσεις του Άστρους. Μπροστά στο σκελετό η μικρή και πίσω στη σχάρα, εγώ, ως πιο ευτραφής, πάντα με μαξιλαράκια επί του ποδηλάτου.
Άλλες φορές, Κυριακές, οι άντρες του σπιτιού, εγώ και ο πατέρας δηλαδή,το καβαλούσαμε και βούρ για το γήπεδο του Παραλίου Άστρους. Ξέρετε στα μεγάλα ντέρμπι. ΗΡΑΚΛΗ ΒΕΡΒΕΝΩΝ-ΝΙΚΗΤΑΡΑ ΔΟΛΙΑΝΩΝ, ΗΡΑΚΛΗ- ΑΧΙΛΛΕΑ ΠΑΡ. ΑΣΤΡΟΥΣκλπ. Η συνέχεια ήταν συνέχεια διαδοχής. Μεγαλώνοντας ήταν το μεταφορικό μέσο για το Γυμνάσιο Άστρους. Κάθε μέρα, εκτός των βροχερών, 5 χιλιόμετρα να πας και 5 να ‘ρθεις, αλλά με παρέα αγαπημένους συνομήλικους και μη πατριώτες. Επί 6 συναπτά έτη, το ίδιο βιολί, το ίδιο πέρα-δώθε. Φάσεις στη διαδρομή, ψιλοτσακωμοί, κόντρες, κλοπές φρούτων κλπ παιδικά.
Αυτά και νά, που κάθονται στην περίπτωση και οι στίχοι του Δαβαράκη στο τραγούδι του Νικολόπουλου με τον Μακεδόνα: “…Ήμουν μικρό παιδάκι με καθαρή καρδιά είχα τ’ ονειρό μου, το ποδήλατό μου κι όλα έμοιαζαν σωστά έγινα δεκάξι, κι όλα ήταν εντάξει είχα μια ζωή μπροστά Το ποδήλατό μου, ήταν πάντοτε δικό μου και με πήγαινε πολύ μέσα στη Σαχάρα, σαν την πιο βαθιά λαχτάρα μ’ οδηγούσε πέρα απ’ τη χαρά…”