“Μεγάλη τιμή για μένα, αλλά παράλληλα και πάρα πολύ μεγάλη ευθύνη»
Λουκία Μπεζέ για την επιλογή της στο Think Tank Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ
«Το θεωρώ μεγάλη τιμή για μένα, αλλά παράλληλα και πάρα πολύ μεγάλη ευθύνη», δήλωσε η Πανεπιστημιακός Λουκία Μπεζέ, μετά την αναγγελία της συμπερίληψής της στο Tink Tank Παιδείας του κόμματος. Μιλώντας στον Santorini FM, μετά την ανακοίνωσή του ονόματός της μεταξύ των 7 που συγκροτούν την αιχμή πολιτικής επεξεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, για το χώρο της παιδείας. «Είναι ευθύνη να είμαι μέλος αυτής της ομάδας. Στόχος είναι να σχεδιάσουμε τη δημόσια εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, προς όφελος όλων των παιδιών, όλων των νέων. Θα έλεγα, αν και ακούγεται μεγάλο, προς όφελος της Ελλάδας. Γιατί χωρίς ένα πολύ καλό δημόσιο σύστημα παιδείας, δεν έχουμε μέλλον ως χώρα. Εδώ ξεχωρίσαμε τα σχέδιά μας, μεγάλη ευθύνη, αλλά νομίζω ότι θα τα καταφέρουμε», είπε η κ. Μπεζέ.
Αναφερόμενη στη συγκυρία των κινητοποιήσεων του εκπαιδευτικού κόσμου, για την είσοδο των ιδιωτικών πανεπιστημίων, η συντονίτρια της Ομάδας Μελών ΣΥΡΙΖΑ Θήρας, δήλωσε: «Η κοινωνία θέλει μια αναβαθμισμένη παιδεία, πραγματικά δημόσια, μακριά από τα φροντιστήρια, από τους φροντιστές, από τις εξωσχολικές βοήθειες. Και έχουμε τη δυνατότητα ως χώρα να το έχουμε αυτό. Έχουμε το δυναμικό των εκπαιδευτικών. Η Παιδεία έχει γίνει εμπόρευμα. […] καταλαβαίνουμε ότι ένα σύστημα παιδείας δηλώνει ότι αυτή τη στιγμή, όπως λειτουργεί, είναι αποτυχημένο. Δεν είναι δυνατόν να πηγαίνουμε σε φροντιστήρια για βοήθεια σε παιδάκια των 6, 7, 8 χρονών, γιατί το σχολείο δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους. Το δημόσιο σχολείο. Άρα πρέπει να επανασχεδιαστεί».
Έχοντας σπουδάσει, διδάξει και συγγράψει βιβλία για την Παιδαγωγική, εξελικτική ψυχολογία, η Λουκία Μπεζέ, τόνισε ακόμα: «Ο κάθε εκπαιδευτικός, είτε είναι στην πρωτοβάθμια είτε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν μπορεί να είναι, ούτε οφείλει να είναι ψυχολόγος.
Εδώ, λοιπόν, έχουμε ένα άλλο ζήτημα, αν τα λέτε που πάει σε αυτό το τομέα το δικό μου. Τη βοήθεια που μπορούν να έχουν, τη στήριξη που μπορούν να έχουν οι εκπαιδευτικοί, από ψυχολόγους στα σχολεία, που να γνωρίζουν τα μαθησιακά θέματα, αλλά να γνωρίζουν πολύ καλά και τα ζητήματα της συμπεριφοράς των παιδιών και της ανάγκης των παιδιών, σε κάθε βαθμίδα. Σε κάποια σχολεία υπήρχαν ψυχολόγοι, σε κάποια δεν υπάρχουν.
Δεν είναι στελεχωμένα τα σχολεία μας με ψυχολόγους. Και θα επαναλάβω ότι ο κάθε εκπαιδευτικός οφείλει να έχει γνώσεις για την ανάπτυξη των παιδιών, των εφήβων, των νέων μετέπειτα που είναι στο πανεπιστήμιο, οφείλει να έχει αυτές τις γνώσεις, αλλά δεν μπορεί πολλές φορές και από το φόβο της δουλειάς του να εστιάσει στα προβλήματα που παρουσιάζονται και που θα έλεγα ότι είναι αναμενόμενο να παρουσιάζονται μέσα σε συλλογικές διαδικασίες».