ΚΟΥΡΕΜΑΤΑ Ή, ΓΙΑΤΙ ΠΡΟΤΙΜΩ ΤΙΣ ΚΟΜΜΩΤΡΙΕΣ…

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ  ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΚΟΥΒΑΛΗ

 

 

 

 (Με αφορμή επικείμενο κούρεμά μου-ακόμη υπάρχει κόμη!) Το κουρείο του απίθανου Φώντα,στεγαζόταν σε καμαράκι του Μιχάλη του Τσίμπανη στην πλατεία “ΚΑΛΛΙΜΑΝΗ” στα “ηρωικά”(λέμε τώρα!!!) Βέρβενα. Ο Φώντας από τη σόρτα των Γαιδουρελαίων,εκεί… Αστείρευτος, με rock χιούμορ, είχε μετατρέψει το κουρείο σε σημείο αναφοράς.Όλοι εκεί μικροί μεγάλοι…Ο χαβαλές και το “αντρικό” κουτσομπολιό,εδινε κι έπαιρνε…

Οι μυρουδιές απίστευτες.Τα αρώματα του κουρείου,χύμα σε φιάλες,τα χρησιμοποιούσε ο Φώντας για το ξύρισμα και μας έβαζε και στο κεφάλι μετά το κούρεμα.”Βάλε ρε Φώντα μυρουδιά στο παιδί” έλεγαν οι γονείς και ο κουρεύς ανταποκρινόταν ΧΩΡΙΣ φειδώ. Τα σύνεργα του μπαρμπέρικου, τα κλασσικά. Χειροκίνητες κουρευτικές μηχανές,η κλασσική λεπίδα ξυρίσματος, με το κρεμασμένο λουρί “τροχίσματος”,θα έλεγα, το πινέλο, το μπωλάκι του αφρού,οι τσατσάρες και διάφορα ψαλιδάκια…

Κι από δίπλα οι καφέδες, από το καφενείο του μπάρμπα Μιχάλη.Τζίρος οικονομικός,πανταχόθεν! Το βάσανο το δικό μου όμως έφθανε, όταν τα μαλλιά μεγάλωναν και έπρεπε να κοπούν…Κι όταν λέμε να κοπούν,εννούμε να αφαιρεθούν…(Γριμπάτσα κατά το Βερβενιώτικο…) Γλομποκατάσταση! Το καθιερωμένο στύλ της “κουρεμπάτσας”, μάλλον εξυπηρετούσε ζητήματα καθαριότητας και όχι μόδας.. Σιγά μην καθόταν η μανάδες μας να λούσουν μαλλιά..Τραβούσαν δυό- τρία τριψίματα, με το σφουγγάρι, στην κεφάλα μας μέσα στη σκαφίδα κι “όξω από την πόρτα”.

Σήμερα θεωρώ εκείνο το styling προάγγελο της σημερινής εικόνας των ξυρισμένων κεφαλιών…any way!!! Από το βράδι λοιπόν η κυρά Δημήτρω,εν όψει του ραντεβού με το Φώντα, μας έπλενε,(έφευγε, καμπόση σκόνη και όχι μόνο, από πάνω μας),μας έλουζε απαραίτητα(που να μπεί μηχανή στα μαλλιά από τη σκόνη) και περίμενα στωικά το μαρτύριο. Με συνόδευε πάντα ο Πατήρ…Πλήρωνε τα κουρευτικά εξ άλλου…Και κατήυθυνε τον Φώντα για το κούρεμα. “Πάρτα με την ψιλή” τούλεγε.”Εν χρώ” που λέγανε και οι πρόγονοι. Μ έπαιρνε λοιπόν ο Φώντας και αφού έβαζε κι ένα σανίδι στα μπράτσα της κουρευτικής του καρέκλας για να με “φτάνει”, μια ψίχα 8χρονο παιδί,έπιανε τη μηχανή και “δώστου”. Δεν ξέρω τι συνέβαινε όμως πάντα και η ρημάδα η μηχανη με “τσίμπαγε”. Μπούκωνε, ήταν κακοσυντηρημένη, δεν ξέρω,πάντως ένοιωθα σαν να μου τραβούσαν τις τρίχες δέκα άνθρωποι μαζί.. Βασανιστήριο! Και νά οι τσιρίδες,από κοντά κι πατέρας..”Πως κάνεις έτσι,κοτζάμ άντρας…κλπ” (8χρονος άντρας!!!)

Τι να κάνω κι εγώ κατάπινα το πόνο και το υπέμενα. Εξ άλλου “μπρος τα κάλλη, τί ειναι ο πόνος…” Τώρα τί κάλλη ήταν αυτά,που κατέληγαν σε καρπουζοειδείς αισθητικές, ποτέ δεν το κατάλαβα… Εν πάση περιπτώσει η διαδικασία κάποτε τελείωνε,και αφού ο Φώντας,έβγαζε την πετσέτα, που κάλυπτε,όλο το κορμί μου, έριχνα μια τελευταία ματιά τον καθρέφτη, και αντιμετώπιζα, ένα Βασιλάκη,γλόμπο,με όχι αμελητέα σε μέγεθος κεφάλα, και πεταχτά αυτιά…

Τι να κάνω όμως αποδεχόμουνα το αποτέλεσμα και έβγαινα να βρώ τους συμμαθητές… Εκεί αρχιζε το δούλεμα, με την χαρακτηριστική φράση: “Κουρεμπάτσα, φαφανιά, που σε κατουράν τ αρνιά …” Μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει ή βρεί, τι σημαίνει φαφανιά και τι ήθελε να πεί ο “ποιητής”… Γι αυτούς τους λόγους λοιπόν (όπως λέμε εμείς οι …δικαιόροι), τους βιωματικούς, κωλώνω να πάω στο κουρέα για κούρεμα. Προτιμώ τις κομμώτριες” .

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *