“Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΑΛΑΤΟΚΑΠΝΙΣΜΕΝΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ”
ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΣΑΚΙ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΑΡΖΕΝΤΑ
“Γραφοχάραξα προχθές και συμφωνήσατε με την αποδοχή σας ότι πρέπει να συνεχίσω να σας κάνω συντροφιά για ένα ονειρικό και ασφαλές ταξίδι . Από καρδιάς σας ευχαριστώ που καταβροχθίσατε το ψυχογράφημα μου ,το μυροβολήσατε ,το ρουφήξατε .Και εγώ για δώρο θα σας πω ότι η αγάπη είναι πόλεμος ,ανακωχή , ειρήνη ,θάνατος και ζωή που βασιλεύουν εκ περιτροπής και φωτεινή σαν την αυγή και το κυριότερο σιωπηλή σαν τον τάφο .Θα συνεχίσω να σας μεταφέρω όσο μπορώ νοερώς στην τότε εποχή με γραφικές αναμνήσεις των της τότε εποχής αλατοκαπνισμένων ανθρώπων της.
ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ του κ. ΛΟΥΚΑ ΝΟΜΙΚΟΥ .
Η ΜΑΣΣΑΛΙΑ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΑ . Τον Απρίλιο του 1903 κατέπλευσα εις Μασσαλία με το ιστιοφόρο ΕΛΠΙΣ φορτωμένο ελαιοπυρήνας. Την Κυριακή ,ο Ζοζέφ ,ανώτερος υπάλληλος του πράκτορος μου Εμίλ Τυρεμιέ ,με ρώτησε που επιθυμώ να διέλθω την απογευματινή της Κυριακής.Του απάντησα ότι προτιμώ να πλουτίσω τας ασθενείς και ημιτελείς γραμματικές μου γνώσεις ,συνεπώς εις το ναυτικόν μουσείον. Διηυθύνθημεν εκεί και εθαύμασα μερικά κατορθώματα Γάλλων ναυτικών και άλλα . Εις ένα πίνακα ανέγνωσα τας λέξεις Μαρσέγι σου λέ γκρέκ….Με απορία ηρώτησα , εάν παραλληλίσω τας λέξεις με τον Πειραιά ,δηλαδή Λε Πιρέ σου λε φρανσέ ,υπάρχει δικαιολογία; Έχομε μεγάλο κήπο και τόσα ονόματα Γάλλων . Αλλά η Μασσαλία υπό Έλληνα!….
Δεν δύναμαι να εννοήσω .Γελών ο κύριος Ζοζέφ μου λέγει. Εις τον κόσμον τούτον επιτυγχάνει ο νους ,η τόλμη, η τύχη ,το χρήμα ,και κάποτε ….ο έρως .Ημείς εις τα Πανεπιστήμια μανθάνομεν ότι τον Τρωϊκόν πόλεμον επροκάλεσαν η αρπαγή (εκούσια) ,της βασιλίσσης Ελένης της Σπάρτης από τον Πάριν υιόν του Πριάμου ,συνεπώς και εις την παρούσαν περίπτωσην ενίκησεν όχι ο έρως ,αλλά η ελληνική καλλονή ,δηλαδή το μαύρο καλοστριμένο ελληνικό μουστάκι .Και η υπόθεσις έχει ως εξής .Κάποτε , πρό χρόνων διοικητής της Μασσαλίας ήτο ένας πραγματικός Μαρσεγιέζος , οποίος είχε μίαν μονάκριβον θυγατέρα .Όταν αυτή διήρχετο τον 20 ον Μαϊον ,της συνέστησεν ο πατέρας της ότι έπρεπε και αυτή να παντρευτεί .
Εκ συμπτώσεως ,τόσον εις την Ιδία ,όσον και εις τον πατέραν της ,ουδείς Μαρσεγιέζος νέος ήρεσκεν . Όλοι ήταν φαυλόβιοι και αισχροί. Επρότεινε συνεπώς ο πατήρ εις τη θυγατέραν του το εξής… Την Κυριακή θα καλέσω άπαντες τους καπεταναίους τους ευρισκομένους εις τον παλαιόν λιμένα της Μασσαλίας ,λιμήν Ναπολέοντος δεν υπήρχεν τότε, και θα τους κάμω το τραπέζι και εκεί θα εκλέξεις τον μέλλοντα σύζυγον σου .Η βιρζινί το απόγευμα της ιδίας ημέρας έκαμε έναν περίπατον με το αμάξι εις το λιμάνι και της έκαμεν εντύπωσιν ένας νέος (ο πλοίαρχος) ,εξερχόμενος του ωραιοτάτου πλοίου του ονόματι ΑΦΡΟΔΙΤΗ ,το οποίον ήτο το πλέον μερακλίδικο εν τω λιμένι. Το γεύμα εγένετο με συμμετοχήν πορτογάλων ,Ισπανών ,Αλγερινών ,και Ελλήνων .Η βιρζινί κατά τα επιδόρπια και μετά από ένα ωραίο τραγούδι του μερακλή Έλληνος πλοιάρχου ,του έδωσε το μήλον της Αφροδίτης και τοιουτοτρόπως ..
Η ΜΑΣΣΑΛΙΑ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΑ.
Δηλαδή τι χρειάζεται να συγκινηθείς, να διερωτηθείς ,να βροντοφωνάξεις ΜΑΚΗ και να πεις τι;; ότι είμαστε ένας λαός ,είμαστε η μοναδικότητα ,είμαστε Έλληνες ,και δεν θέλουν ,δεν επιθυμούν ,δεν επιδιώκουν να είναι ο Έλληνας όρθιος ,ψυχικά και επιχειρησιακά και βεβαίως και απαραιτήτως οικονομικά δυνατός. .Τον Έλληνα να μην τον έλυνες …είπαν κάποτε κάπου…και τι έπραξαν τα σαυροειδή; Μας έδεσαν πισθάγκωνα…Τι χρειάζεται αγάπη ,συνεργασία ,και πολύ δουλειά και απαραιτήτως λίγα λόγια σωστά και ελληνικά. Συνεχίζοντας σας αναφέρω ότι η συνέχεια είναι για ψυχική ανακούφιση , για περισυλλογή και πολύ χαμόγελο .
ΘΗΡΑΪΚΑ ΝΕΑ 30 Ιουνίου1966.
ΠΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ-ΑΝΤΩΝΙΟΥ του κ. Ιωάν. Φ. Βάλβη .
Πολλά και διάφορα είχανε συμβεί στον μακαρίτη τον Καπετάν Αντωνιό τον Κόκκαλη από το Εμπορείο ,καπετάνιο στα ιστιοφόρα ,στις θάλασσες και στα λιμάνια που ταξίδευε πριν από πολλά χρόνια .Μια φορά λοιπόν φόρτωσε από την Σαντορίνη άσπα (πορσελάνη) και την πήγε στην Κωνσταντινούπολη .Εκεί ένα βράδυ βγήκε έξω ο καπετάν Αντωνιός να σεργιανίσει και να γλεντήσει λιγάκι .Έκαμε μερικές βόλτες και κατέληξε αργά την νύχτα σ ’ένα σπίτι ,που από το παράθυρο του φώναξε μια κοπέλα να περάσει να τον κεράσει .Στρογγυλοκάθησε ο καπετάνιος ,του χόρεψε και του τραγούδησε η κοπέλα ,και ενθουσιάστηκε ,κουβεντιάσανε διάφορα και σε μια στιγμή του λέει η κοπέλα να βάλουνε στοίχημα ποιος θα πηδήξει πιο πολύ .Αν κέρδιζε ο καπετάνιος θάπαιρνε τις δυο λίρες του στοιχήματος και η κοπέλα θα ήταν στην διάθεση του.
Συμφώνησε ο καπετάν Αντωνιός και η κοπέλα πρότεινε ,για να μην τους εμποδίζουνε τα ρούχα ,να γδυθούνε. Βάλανε από δυο λίρες σε ένα τασάκι ,βγάλανε τα ρούχα τους και μείνανε με τα εσώρουχα ,άνοιξε η κοπέλα την πόρτα και είπε του Αντωνιού να πηδήξει πρώτος .Πράγματι εκείνος πήρε φόρα και μ’ένα πήδημα βρέθηκε στον δρόμο ,αλλά χωρίς να προφθάσει να γυρίσει το κεφάλι του άκουσε την πόρτα του σπιτιού να κλείνει με πάταγο πίσω του. Τάχασε ο Αντωνιός ,έτρεξε ,κτύπησε να του ανοίξουν, αλλά κανείς δεν του απαντούσε ,φώναξε και κλωτσούσε την πόρτα και τότε βγήκε στο παράθυρο η κοπέλα που φώναζε τους ζαρταμάδες (την αστυνομία ) .
Μόλις άκουσε ο καπετάνιος να φωνάξουν την αστυνομία ,πήρε δρόμο ,όπως ήτανε γυμνός ,κι έτρεχε προς το μουράγιο ,όπου ήτανε αραγμένο το καϊκι του. Στον δρόμο συνάντησε ένα χριστιανό παπά ,του είπε το πάθημα του κι εκείνος τούδωσε και φόρεσε το ράσο του και τον πήρε σπίτι του. Τον περιποιηθήκανε η παπαδιά και η κόρη του παπά ,του φέρανε φαγητό και κρασί από το βαρελάκι που είχανε στην τραπεζαρία κι’υστερα τον βάλανε να ξαπλώσει στο διπλανό δωμάτιο ,ώσπου να ξημερώσει για να πάει στην αστυνομία και να καταγγείλει την κλοπή των ρούχων του ,μέσα στα οποία είχε και όλα τα χρήματα του .Ξάπλωσε ο Αντωνιός αλλά δεν είχε ύπνο .Θυμήθηκε το βαρελάκι με το καλό κρασί και σκέφτηκε να πάει να γεμίσει ένα κύπελλο και να το πιει να τούρθει ύπνος .
Σηκώθηκε με προσοχή , βρήκε το βαρελάκι ,άνοιξε το σφηνάρι , γέμισε το κύπελλο ,το ήπιε και ξάπλωσε ,αλλά αμέσως άκουσε σύριγμα . Σκέφτηκε πως ίσως δεν είχε βάλει καλά το σφηνάρι και χυνόταν το κρασί ,από το βαρέλι και σηκώθηκε να δει τι συμβαίνει .Πήγε κοντά στο βαρέλι ,αλλά το σφύριγμα ερχότανε από αλλού και συγκεκριμένα από τον απόπατο (WC) ,όπου είχε πάει η παπαδοπούλα για ανάγκη της .Όταν τελείωσε και βγήκε είδε τον Αντωνιό όρθιο ,φοβήθηκε μην της επιτεθεί κι έβαλε τις φωνές .Ξυπνήσανε ο παπάς και η παπαδιά κι αρχίσανε να υβρίζουνε και να απειλούνε τον καπετάνιο. Τάχασε εκείνος και σαστισμένος άνοιξε την πόρτα κι έτρεξε αστραπή προς το καϊκι του. Αγανακτισμένος έφθασε στο μουράγιο και φώναξε νάρθη η βάρκα να τον πάρει .
Καθώς ήταν ρασοφορεμένος οι άνθρωποι τον περάσανε για παπά και του φωνάξανε ….ασε μας χριστιανέ, ακόμη δεν ξημέρωσε και θα κάμωμε αγιασμό !!!.Τότε αναγκάστηκε ο καπετάν Αντωνιός και πήγε κολυμπώντας στο καΐκι του και διηγήθηκε στο πλήρωμα του τα παθήματα του…
Όμορφη γλυκιά, μοναδική ιστοριούλα .. και το συμπέρασμα που βγαίνει αγαπησιάρικα είναι ότι όλοι μας έχομε μια ιστοριούλα να γράψομε και να πούμε φίλε μου ταξιδιάρη πανωμερίτη ..Απλά πρέπει να σβήσουν τα φώτα .Πάντα Καλοτάξιδοι” .