ΤΟ ΖΕΝ ΚΑΙ Η ΤΕΧΝΗ ΠΛΥΣΙΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΡΟΥΧΩΝ

ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΩΒ ΓΛΥΣΙΝΑ ΚΙ ΕΝΑ ΜΙΣΟΕΡΕΙΠΩΜΕΝΟ ΣΕΡΑΪ

 

 

 

 

   Καλά· εσείς γελάστε, όσο θέλετε. Εγώ όμως αυτή τη μέθοδο, την έχω χρησιμοποιήσει, ως φοιτητής. Κι ας ήμουν από τους τυχερούς, μιας και είχα ένα μικρό πλαστικό πλυντήριο. Έμενα, σε ένα παλιό Σεράι, της Θεσσαλονίκης. Στην οδό Σαχτούρη. Παλιά Λαχαναγορά. (Για όποιον δεν πιστεύει, έχω άνθρωπο- συμφοιτητή στη Σαντορίνη, που μπορεί να το επιβεβαιώσει). Εντυπωσιακό κτίσμα, ψηλοτάβανο, με εκπληκτικά παράθυρα και μια πανέμορφη γλυσίνα, να κατακλύζει με μωβ χειμάρρους την πρόσοψή του. Κάθε τρεις και λίγο, Καθηγητές της Αρχιτεκτονικής μαζί με τους φοιτητές τους, μας ζητούσαν την άδεια, να το μελετήσουν.

 

  Αλλά… ερείπιο. Οι κληρονόμοι σκοτώνονταν χρόνια, το Υπουργείο Πολιτισμού το είχε κηρύξει διατηρητέο κι έτσι, στο κτίριο με τα ξύλινα πατώματα και τους υπέροχους προθαλάμους, μέναμε εγώ και ο Χρήστος (και οι …απρόσκλητοι φιλοξενούμενοι που κάποτε είχαν φτάσει τον αριθμό 13!), η Χρύσα στον πάνω όροφο, μια οικογένεια Ρομά από τη Θράκη, στο ισόγειο κι ένα ζευγάρι ηλικιωμένων απέναντι. Όλοι σε μια αυλή.

Ζεστό νερό;. Με τίποτα. Ο Χρήστος, είχε μια φαεινή ιδέα. “Όλα οφείλονται στη δύναμη του νού μας, δεν είναι έτσι;”, είπε (είχε κάτι τέτοιες πετριές, που και που). “Λοιπόν, θα μπαίνουμε στο ντουζ και θα λέμε “δεν κρυώνω…δεν κρυώνω… δεν κρυώνω. Και δεν θα κρυώνουμε”. Το ζεν, πείραμά του, απέτυχε παταγωδώς. Στα δύο λεπτά, κι αφού από το στενό (σαν τηλεφωνικός θάλαμος) ντουζ ακουγόταν το ζεν ξόρκι, στη συνέχεια ξεπηδούσε μια οργισμένη κραυγή: “Κρυώνωωωωω….το Βαρδάρη σου μέσααααα!!!!!”. Τέλος του ζεν. Ώρα για πρακτικές λύσεις.

  Αλουμινένια κατσαρόλα στο γκάζι. Μπλε πλαστική λεκάνη και μπρίκι του καφέ για το κατάβρεγμα και ξέπλυμα. Ανεπαρκής, αλλά ανεκτή λύση. Μια μέρα· τρίβοντας το μπρίκι του καφέ, ξεπήδησε το τζίνι, που είχε μια μεγαλοφυή, ιδέα: Γιατί να σπαταλάμε, το πολύτιμο, ζεστό νερό μόνο για το φτωχό μας σαρκίο και να μην το χρησιμοποιούμε και για το πλύσιμο των ρούχων;. Διότι, καλό το πλυντηριάκι, αλλά κι αυτό ζεστό νερό ήθελε (και που λεφτά, για φιάλες του γκαζιού, κάθε τόσο). Οπότε “Fiat Lux”- γεννηθήτω φως.

 

   Η λύση απλή: Τα σκληροτράχηλα τζιν στο πάτωμα του ντουζ, περιχυμένα, με άφθονο ρολ. Σαμπουάν στο κεφάλι και σαπούνι στο σώμα. Και χορευτική γυμναστική (μέχρι Παπαλάμπραινα), ώσπου να τελειώσει η τελετουργία της πλαστικής λεκάνης. Μαζί με μας, μισοπλένονταν και τα ρούχα. Το μετά, ήταν απλό. Το πλυντηριάκι, ολοκλήρωνε, με κρύο -μπούζι, λέμε!- νερό την καθαριότητα που είναι μισή αρχοντιά (με τέτοια με έπειθε η μάνα μου και με έβαζε μικρό στο λεβέτι). Για το σιδέρωμα, είχαμε την άλλη λύση. Τα στεγνωμένα ρούχα κάτω από στρώμα. Και καθαροί και τρέντι.

  Μόλις, λοιπόν είδα τις κυρίες αυτές να χρησιμοποιούν αυτήν την πρωτοποριακή μέθοδο, στη Σαντορίνη προχτές, ψιλοσυγκινήθηκα. Τους ζήτησα, απλά να γυρίσουν για να μην φαίνονται τα πρόσωπά τους. Πόζαραν με χαρούμενο τρόπο. Κι εγώ θυμήθηκα τον μωβ χείμαρο από τις γλυσίνες, το πολύβουο σπίτι, την πολυάνθρωπη γειτονιά με τις μουσικές και τους απρόσκλητους φιλοξενούμενους, που είχαν το φιλότιμο, να μη σπαταλάνε το νεσκαφέ και τη ζάχαρη. Έφερναν δικά τους.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *