Site icon Santonews

ΤΟ ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΟ ΤΟΜΑΤΑΚΙ KAI OI ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕ ΦΟΝΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ

 

  

 

 

 

Οκτώβρης 1917.  Ένας κανονιοβολισμός από το πρόσθιο πυροβόλο του καταδρομικού «Αβρόρα (Aurora)», δίνει το σύνθημα και η Κόκκινη Φρουρά του Τρότσκι  εισβάλει στα χειμερινά ανάκτορα της Αγίας Πετρούπολης. Ήταν το τέλος της μακραίωνης μοναρχίας των Τσάρων και η αρχή μιας νέας εποχής για τη Ρωσία και τον κόσμο ολόκληρο. Όμως, το πρώτο σημείο του πλανήτη που κατάλαβε πως η επανάσταση των Μπολσεβίκων είχε αλλάξει τον κόσμο, ήταν η Σαντορίνη.

 

 

  Αιτία, ήταν το Βινσάντο, το χαλκόχρυσο ηδύ κρασί που φτιαγμένο από σταφύλια αφυδατωμένα στον ήλιο ήταν το επίσημο κρασί της Θείας Κοινωνίας  για όλες τις εκκλησίες της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Ρουμανίας. Τα ιστιοφόρα των Οιατών καραβοκύρηδων μετέφεραν το Βινσάντο στο Ταϊγάνι (Τανγκαρόκ) και την Οδησσό το πολύτιμο φορτίο τους και επέστρεφαν φορτωμένα, ξυλεία, σιτηρά, αλλά επίσης πορσελάνες, κρύσταλλα ακόμα και πιάνα για τα πλούσια καπετανόσπιτα.Έφερναν επίσης πολλά εκκλησιαστικά είδη και εντυπωσιακούς πολυελαίους που ακόμα και σήμερα –όπως αποδεικνύει η πρώτη έρευνα του ΚΕΡΙΕ (Κέντρο Ελληνορωσικών Ιστορικών Ερευνών)- κοσμούν αρκετές εκκλησίες του νησιού. Είναι επίσης χαρακτηριστικό πως το εμπόριο ανθούσε τόσο πολύ που η Οδησσός γρήγορα φιλοξένησε μια ανθηρή παροικία Οιατών, ένα από τα μέλη της οποίας -με το εκρωσισμένο όνομα Αλαφούζωφ – έφτασε στα ανώτατα αξιώματα της λαμπρής πόλης.

 

 

 

ΤΟ ΧΑΛΚΟΧΡΥΣΟ ΒΙΝΣΑΝΤΟ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΥΣΟΜΗΛΟΝ

 

 

 

 

 

  Οι μπολσεβίκοι όμως έκοψαν αυτό το νήμα. Η θρησκεία καταδιώχθηκε ως «όπιο του λαού», οι εκκλησίες έκλεισαν και το Βινσάντο έμεινε απούλητο στις σκοτεινές κάναβες. Να βρει καινούριες αγορές ήταν δύσκολο, γιατί ο ευρωπαϊκός αμπελώνας είχε ανακάμψει πλήρως από τη φυλλοξήρα, που τον κατέστρεψε ολοσχερώς στα μέσα του 19ου αιώνα.

   Η χρήση αμερικανικών υποκειμένων έδωσε υγιή και ανθεκτικά πρέμνα, και έτσι η Σαντορίνη που είχε μείνει αλώβητη από αυτή τη μάστιγα και πλούτισε διαθέτοντας την παραγωγή της στη Μασσαλία και τη Μάλτα (εκεί υπάρχει ακόμα και σήμερα οικογένεια σαντορινιών οινοποιών με το όνομα Δακουτρός που είναι οι μεγαλύτεροι οινοβιομήχανοι του «νησιού των Ιπποτών»), είχε πλέον χάσει έδαφος.

 

Έτσι οι αγρότες του νησιού στράφηκαν σε ένα προϊόν που ως τότε ήταν συμπληρωματικό και προοριζόταν κυρίως για οικιακή κατανάλωση. Ήταν το «χρυσόμηλον», όπως το ονομάζει ο Θηραίος Λαογράφος Ιωάννης Κυριακός στα τέλη του 19 ου αιώνα. Η λέξη αποτελεί ακριβή μετάφραση του ιταλικού «pomodoro», επιλογή φυσιολογική αν σκεφτεί κανείς τους μακραίωνους δεσμούς της Σαντορίνης με τη Γένοβα, τη Βενετία και άλλες ιταλικές πόλεις που συμμετείχαν στις σταυροφορίες. (Μετά την  άλωση της Πόλης το 1204, το νησί παραχωρήθηκε σε ευγενείς ιταλικής καταγωγής οι περισσότεροι από τους οποίους εξελληνίστηκαν και άλλαξαν δόγμα, ενώ τα όνομά τα τους διασώζονται –αν και παραφθαρμένα στο νησί.  Χαρακτηριστικό πως πρόσφατα στη Βενετία συνελήφθη για κλοπή πινάκων, ο αριστοκράτης-λωποδύτης  Κριστιάνο Μπαρότσι που έφερε τον τίτλο «Πρίγκιπας της Σαντορίνης και της Θηρασίας. Οι Μπαρότσι πάντως είχαν ως έδρα τη Νάξο, αλλά πέρασαν και από τη Σαντορίνη στη διάρκεια της Ενετοκρατίας).

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ… ΡΙΖΕΣ

 

 

 

   

 

    Η μικρόκαρπη τομάτα της Σαντορίνης ( Lycopersicum esculentum του είδους Solanum) έφτασε στο νησί μεταξύ των ετών 1875-1880.  Υπάρχουν δύο εικασίες για την εισαγωγή της: η μία λέει πως την έφεραν φιλοπρόοδοι καθολικοί μοναχοί από την Ιταλία. Είναι η επικρατέστερη εκδοχή καθώς οι καθολικοί μοναχοί εκτός από το ποιμαντικό τους έργο, εισήγαγαν επίσης καινοτομίες από την Ιταλία ή τη Γαλλία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της πρώτης οριζόντιας ξύλινης πρέσας για σταφύλια που έφεραν το 1660 από το Λαγκεντόκ της Γαλλίας και φυλάσσεται στο «Μουσείο Οίνου» της οικογένειας Κουτσογιαννόπουλου.

 

 

  Ωστόσο η δημοσιογράφος γευσιγνώστρια Μυρσίνη Λαμπράκη, αναφέρει ότι σύμφωνα με μαρτυρίες ηλικιωμένων, οι πρώτοι σπόροι ήρθαν από το Σουέζ. Υπάρχει βασιμότητα και σε αυτή την εκδοχή καθώς η «Θηραϊκή Γη» λόγω των σπάνιων υδραυλικών ιδιοτήτων της, χρησίμευσε για να κατασκευαστεί η Διώρυγα του Σουέζ και η μετάβαση Θηραίων ναυτικών εκεί ήταν συχνότατη. Άλλωστε και η οφθαλμική ασθένεια «τράχωμα» που ταλαιπώρησε για δεκαετίες το νησί, ήρθε σύμφωνα με τους ιστορικούς, από τους ναυτικούς που μετέφεραν το χλαμύδιο (Chlamydia trachomatis) από τη Μέση Ανατολή όπου ενδημεί σε διάφορα έντομα.

  Την εποχή που η τομάτα ήρθε στη Σαντορίνη πάντως είχε ήδη καθιερωθεί ως εδώδιμη, γιατί η ιστορία της εισαγωγής της από το Νέο Κόσμο στην Ευρώπη ήταν μάλλον τραγελαφική. Ενώ εισήχθη το 1540 στην αρχή θεωρήθηκε δηλητηριώδης και μόλις το 1692, βρίσκεται καταγεγραμμένη η πρώτη συνταγή σε ένα ναπολιτάνικο οδηγό μαγειρικής.  Από τότε η πορεία της ήταν εντυπωσιακή και μάλιστα της αποδόθηκαν αφροδισιακές ιδιότητες. Θεωρήθηκε επίσης ότι επιδρά θετικά στην καταπολέμηση της χολέρας και το 1824 ο δρ. John Cook Bennett (1824), κυκλοφόρησε «χάπι τομάτας», που υποτίθεται πως είχε θαυματουργές ιδιότητες δια …«πάσαν νόσον».  Στην Ελλάδα έφτασε το 1818 και στην αρχή φυτεύτηκε πειραματικά ή ως καλλωπιστικό φυτό από τον  καπουτσίνο μοναχό Φρίαρ Φράνσις, στους κήπους του μνημείου του Λυσικράτη (γνωστό και ως Φανάρι του Διογένους) στην Αθήνα.

ΣΚΑΦΙΔΙΑ ΣΤΟΝ … ΗΛΙΟ

 

 

Οι πρώτες σαντορινιές καλλιέργειες έγιναν στις πλαγιές του βουνού προφήτης Ηλίας που βρίσκεται στο κέντρο του νησιού. Οι αγρότες τις εποχής, φορτωμένοι με κοφίνια διένυαν πεζή ή με υποζύγια, περίπου 20 χιλιόμετρα για να φτάσουν στην Οία, ή Απάνω Μεριά όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι και πουλούσαν την παραγωγή τους στους πλούσιους καπεταναίους και καραβοκύρηδες της περιοχής.  Γρήγορα όμως ξεκίνησε και η οικιακή επεξεργασία της μικρόκαρπης τομάτας. Οι αγρότες την άλεθαν και αφού την περνούσαν από ειδικές σήτες για να απομακρύνουν τα κομμάτια του φλοιού και τον σπόρο εν συνεχεία αφυδάτωναν τον πολτό στον ήλιο χρησιμοποιώντας τα λεγόμενα «σκαφίδια» (ξύλινα αβαθή δοχεία).

  Η εμπορική αξιοποίηση, άρχισε λίγο αργότερα και συνδυάστηκε με το εμπόριο του κρασιού. Οι περισσότερες κάναβες διέθεταν κι ένα τμήμα επεξεργασίας – το μοναδικό σωζόμενο προβιομηχανικό, βρίσκεται στην «Κάναβα Αργυρός” στην Έξω Γωνιά-  ενώ το τελικό προϊόν έμπαινε σε βαρέλια. 

  Στην αύξηση της παραγωγής συνέτεινε και το γεγονός πως οι καλλιεργητικές εργασίες και η συγκομιδή της τομάτας, δεν συνέπιπταν με αυτές του αμπελιού κι έτσι οι αγρότες όχι μόνο συμπλήρωναν το –πενιχρό- εισόδημά τους, αλλά παράλληλα έτρεφαν την οικογένειά τους, τα οικόσιτα πουλερικά –με τους σπόρους- και τα ζώα με το φλοιό.

 Ο «ΠΟΛΤΟΣ  ΤΥΠΟΥ ΘΗΡΑΣ»

 

 

 

Ήρθε όμως η στιγμή που οι κόκκινες παντιέρες των Μπολσεβίκων, έκαναν και τη γη της Σαντορίνης να κοκκινίσει. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, οι αγρότες άρχισαν να ξεριζώνουν τα αμπέλια και να φυτεύουν μικρόκαρπη τομάτα που ήδη είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλής στην ελληνική αγορά λόγω των άριστων οργανοληπτικών χαρακτηριστικών της (έχει την υψηλότερη περιεκτικότητα σε ιμβερτοσάκχαρα, τα λεγόμενα Μπρικς).

Δεν άργησε και η στιγμή που ο «Πολτός τύπου Θήρας» πήρε επίσημο χαρακτήρα και οι μεγαλέμποροι του Πειραιά περίμεναν τα σαντορινιά καΐκια, να δουν τι ποσότητες μετέφεραν και στη συνέχεια να δώσουν την τιμή με οροφή την οποία, θα κοστολογούνταν ο πελτές «τύπου Άργους», ή τα προϊόντα από άλλες περιοχές της χώρας.

  Η μεγάλη ζήτηση δημιούργησε γρήγορα την ανάγκη εκβιομηχάνισης της παραγωγής και  το 1923, σύμφωνα με στοιχεία από το Ιστορικό αρχείο της Εθνικής Τράπεζας (έχει υποκατάστημα στο νησί από το 1842) ιδρύεται το πρώτο οργανωμένο εργοστάσιο μεταποίησης και κονσερβοποίησης. Κάποια στιγμή έφτασαν να λειτουργούν στη Σαντορίνη εννιά(9) εργοστάσια και το 1949 η παραγωγή νωπού προϊόντος έφτασε τις 7.000.000 οκάδες, δηλαδή περίπου 9.000 τόνους (1 οκά είναι 1.2829 κιλά).

 

 

 

Το Εργοστάσιο Νομικού, λειτουργεί σήμερα, ως Μουσείο και υπέροχος χώρος τέχνης.

Το πρώτο απόλυτα οργανωμένο εργοστάσιο τομάτας στην Σαντορίνη κατασκευάστηκε το 1925-26 από τους Δημήτριο Νομικό, Δημήτριο Μανουδάκη και Κωνσταντίνο Νομικό, στην περιοχή Μονόλιθος, στο ανατολικό τμήμα του νησιού. Δέκα χρόνια αργότερα (135-36) ακολούθησαν τα εργοστάσια Εμμανουήλ κα Μηνά Καραμολέγκου και ΑΒΙΣ, στην περιοχή ΒΟΘΩΝΑΣ. Στην περίοδο της Κατοχής δημιουργήθηκαν τα εργοστάσια Στυλιανού Μενδρινού (ΣΤΕΛΛΑ), του Ευσταθίου Κανακάρη, του Γεωργίου Δημητρίου Νομικού, του Σώστη Πρέκα και του Γρηγόρη Κουτσογιανόπουλου.

 

Το 1950 μερικοί πρωτοπόροι συνεταιριστές δημιούργησαν το εργοστάσιο της Ένωσης Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων, το οποίο είναι και το μοναδικό που λειτουργεί μέχρι σήμερα, έστω και για ελάχιστες μέρες το χρόνο.

 

 

ΤΑ 7,8 ΡΙΧΤΕΡ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ

  Η παρακμή της τομάτας, αλλά και της Σαντορίνης ήρθε από το τρομακτικό χτύπημα του Εγκέλαδου στις 9 Ιουλίου 1956, όταν το νησί συγκλονίστηκε από τα 7.8 Ρίχτερ που προέρχονταν από το ρήγμα της Αμοργού. Ο πρώτος απολογισμός ήταν 48 νεκροί, αριθμός που σύμφωνα με τους ειδικούς θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερος. Τι είχε συμβεί; Απλούστατα, το τοματάκι είχε σώσει ζωές. Η τρομακτική σεισμική δόνηση συνέβη στις 5:12 το πρωί και την ώρα εκείνη οι περισσότεροι αγρότες είχαν ήδη αναχωρήσει για τα κτήματά τους, προκειμένου να εκμεταλλευτούν την πρωινή δροσιά, προτού ο σκληρός ήλιος του Ιουλίου κάνει επίπονο το μάζεμα της τομάτας. Στα σπίτια είχαν μείνει μόνο οι μητέρες με τα βρέφη, καθώς και –κυρίως στα Φηρά- οι έμποροι και υπάλληλοι. Έτσι το τοματάκι μίκρυνε τη λίστα του θανάτου.

  Από την επομένη του σεισμού κιόλας, το νησί άρχισε ν’ αδειάζει καθώς οι έντρομοι κάτοικοι, είχαν μεν μάθει να ζουν με το ηφαίστειο αλλά το αναπάντεχο χτύπημα του σεισμού τους ξάφνιασε και τους τρομοκράτησε. Εγκατέλειψαν σπίτια, καλλιέργειες και περιουσίες και μετακόμισαν στην Αθήνα, όπου δούλεψαν ως οικοδόμοι, υπάλληλοι και οι πιο τυχεροί από αυτούς έγιναν μικρέμποροι. Η παραγωγή της τομάτας ατόνησε εντελώς κι έμεινε μόνο το αμπέλι που ως πολυετής καλλιέργεια δεν χρειάζεται συνεχή παρουσία του παραγωγού.  Τα εργοστάσια έκλεισαν όλα και μόνο κάποιοι από τους εναπομείναντες κατοίκους καλλιεργούσαν λίγη τομάτα για οικιακή (χωρική) κατανάλωση.

  Το ενδιαφέρον άρχισε να αναζωπυρώνεται λίγο στις αρχές της νέας χιλιετίας, αλλά και πάλι σε ελάχιστη έκταση, μόλις 300 στρέμματα τη στιγμή που το 1949 καλλιεργούνταν 12.000 στρέμματα. Αυτή τη στιγμή, το μόνο εργοστάσιο που υπάρχει είναι της Ένωσης Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων (ΕΣΘΠ- Santo Wines) που κατασκευάστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Σήμερα λειτουργεί μόνο λίγες μέρες το χρόνο, αλλά παράγει προϊόντα σπάνιας ποιότητας που έχουν αναγνωριστεί από τους πλέον διακεκριμένους έλληνες σεφ, ενώ δέχονται συνεχείς βραβεύσεις.  

  Αλλά η μεγάλη στιγμή της… μικρής τομάτας,ήρθε καθώς ο φάκελος που έχει ετοιμάσει η Ένωση Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων σε συνεργασία με τον Καθηγητή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σέρκο Χαρουτουνιάν, εγκρίθηκε από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και την αρμόδια Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι είναι ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασία Προέλευσης) με επίσημο ονοματεπώνυμο: «Τοματάκι Σαντορίνης- Tomataki Santorinis». Αυτό αναμένεται να δώσει περισσότερη ώθηση στην ήδη ανοδική της πορεία και ίσως κάποια στιγμή το κόκκινο εγκατασταθεί για τα καλά στο νησί.

ΤΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΕΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΣΘΠ-Santo Wines

 

Ολόκληρο μη αποφλοιωμένο Τοματάκι Σαντορίνης σε χυμό τομάτας
( Σε συσκευασία 410 γρ.)

Πολτός από Τοματάκι Σαντορίνης , Διπλής συμπύκνωσης
(Σε συσκευασία 410 γρ. και 800 γρ.)

Χυμός από Τοματάκι Σαντορίνης
(Σε συσκευασία 410γρ.)

Ολόκληρα Τοματάκια Σαντορίνης σε χυμό Σαντορινιάς ντομάτας

Πολτός από Τοματάκι Σαντορίνης, Τριπλής Συμπύκνωσης

Τοματάκι Σαντορίνης Λιαστό

Σάλτσα Σαντορινιάς Τομάτας με Vinsanto

Προδόρπιο Σαντορινιάς Τομάτας με Κάπαρη και Θρούμπι

Περισσότερες λεπτομέρειες στο: http://www.santowines.gr/index.php?option=com_content&view=category&layout=blog&id=40&Itemid=92&lang=el

Exit mobile version