ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΣΑΚΙ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΑΡΖΕΝΤΑ
«Μετά από τα αλμυρομυρωδάτα.., μαθησιακά.., ονειρικά.., γλυκοπικρόξινα και ερωτοαγαπησιάρικα γραψίματα μου στο φιλόξενο εκθετήριο γραφογραφημάτων… αναρτημένα στον προσιτό και θετικά ανυπάκουο ιστό εις τας οχλήσεις των πολιτικοβιολιστών… Και είναι όντως δροσερό και σκιερό για να εκθέτω την πραμάτεια μου… που γνωρίζω ότι εγκαρδίως δέχεται τις ψυχικοναυτικές μου γραφοαπεικονίσεις και σας τις σερβίρει άμεσα.., πάντα δροσερές και εύγεστες.., με τους μοναδικούς τίτλους αλιευμένους από το γραφικό μου, αέναο ναυτοτεφτέρι…, αποφάσισα να αλλάξω προσωρινά ρότα…
Αποφάσισα, λοιπόν, να γράψω δυο αροτριές από τα πρώτα μου ταξίδια και το κυριότερο από την θητεία μου ως εκκολαπτόμενος καραβοδηγός.., δίπλα σε μοναδικούς ανθρώπους και δασκάλους… και δεν αναφέρομαι μόνο σε πλοιάρχους, αλλά και σε άλλους ταξιδευτές… σε άλλες ειδικότητες… Αναφέρομαι και απευθύνομαι, κυρίως, στους νέους συναδέλφους… ερασιτέχνες και επαγγελματίες… δεν αρμενίζει με διαταγές ένα παπόρι.., δεν μπορείς να διοικήσεις και να διοικείς χωρίς να γνωρίζεις την όλη λειτουργικότητα του πλοίου…, δεν μπορείς να αρμενίζεις χωρίς να γνωρίζεις και να αγγίζεις ψυχικά.., προσωπικά.., το έμψυχο υλικό… την κινητήριο δύναμη για το καλό και ασφαλές καταβόδιο…, χωρίς βέβαια να απαξιώνω γιατί δεν πρέπει να ξεχνώ κανέναν από τις ναυτικές και πολύ μελετημένες «εγκυκλοπαιδικούς εγκεφάλους» που συνάντησα στο αλμυρό μου εργασιακό διάβα… Είναι πάρα πολλοί και αγαπημένοι άνθρωποι, που μου έχουν λείψει… οι περισσότεροι από αυτούς έχουν αποπλεύσει σε ουράνια λιμάνια… και ως εκ τούτου κρίνεται πρέπον να αποφύγω την ονοματολογία λόγω γήρατος.., εξουθενωμένης μνήμης και μέγιστης τιμής… σε πολλές ψυχούλες που ανηφόρισαν και θρονιάστηκαν ψηλά χωρίς επιστροφή…
Ταξίδι, αρχικά, με την νεράιδα του γλυκού νερού που διαφέντευε το θυμωμένο Αιγαίο… και δη τα ξάνεμα λιμάνια της Τηνο-Μυκονίας… με την ομορφιά του Ε/Γ ΝΑΪΑΣ… Ένα ναυτικό.., φανταχτερό στολίδι και όμορφο σκαρί για την εποχή και την αρχοντιά των επιβατών της Σύρου, της Τήνου και της τότε αναπτυσσόμενης Μυκόνου… Ήμουν τότε ένα αγρίμι.., ήμουν τότε ένα παιδί θαρρετό και λάτρης του αμυντικού συστήματος… που προσπαθούσε να ζήσει και να μάθει πως τρώγεται η μπριζόλα… γιατί μέχρι τότε δεν την είχε δει ούτε ζωγραφιστή… Ναι..! Να μάθει τι είναι ο μουσακάς και το παστίτσιο… Δεν το πιστεύετε.., το ξέρω… Είναι μόνο αλήθεια… και ήταν νοστιμότατα… ήταν θεϊκά… τότε..! Όπως μοναδικά και αξέχαστα ήταν τα ακούσματα του καπετάν Άλκη, του Στύλου, στην όλη διαδικασία πρόσδεσης…. στην Τήνο… Πλησιάζοντας αργά… -πολύ αργά.., είδα μια βαρκούλα να πλησιάζει.., να κατεβάζουν το κάβο από την πλώρη και να τον τοποθετούν στην άκρη του μόλου με την βοήθεια των καβοδετών… Θα ήταν λησμονιά να μη αναφερθώ στον Μάρκο και τον Βαγγέλη που διαφέντευαν την βάρκα… αλλά και τους στεριανούς καθοδηγητές … τον κ. Κώστα, τον κ. Παναγιώτη και την όμορφη αγνή και μοναδική παρέα του… Τί τρέξιμο…, τί αγωνία.. και τί φροντίδα…
Όλα αυτά πριν πολλά χρόνια… 1971… Πλαγιοδέτηση, από-επιβίβαση και αναχώρηση… Πανδαισία εντολών και αποκρίσεων.., ομορφιά ναυτικής μουσικής χωρίς όργανα.., ομορφιά ευταξίας και αποτελεσματικότητας… Μη με κομματιάσετε… ακούστε το.., εάν δεν λανθάνω… και υπόψιν… η όλη διακυβέρνηση ήταν με εργαλεία της τότε εποχής… Γιατί τα εξιστορώ…; Κα, για να μείνουν… να διαβαστούν.., να διδαχθούν… να μαθαίνουν τα της τότε εποχής μουσικο-ναυτικά αγγίγματα… Γιατί; Μα αν δεν ξέρεις από πού προέρχεσαι πως μπορείς να πάς παρακάτω; Εάν δεν γνωρίσεις την αρχή… μπορείς να ψάξεις να βρεις τη συνέχεια…;
Ένα νεύμα, λοιπόν, για το κλείσιμο του μικρού πρυμναίου καταπέλτη και το ανέβασμα της πλαϊνής σκάλας… αμόλα η πρύμη και βίρα τη πλώρη… νέτα η πρύμη.. αμόλα όλα… και γυρίζοντας απότομα, βλέποντας την πρύμνη, η ματιά του σε στέγνωνε… και η θεόρατη κορμοστασιά του, για μένα τον ηλικιακά και εμπειρικά μηδαμινό, σε αποσβόλωνε… «Ανάποδα ολοταχώς.., η αριστερή στο ύψος του φάρου… αργά το ανάποδα.., αριστερά το τιμόνι, όλο το πρόσω της δεξιάς και αλλαγή βαργιόλας…» ο καπετάνιος και η ακολουθία του… και εγώ δρόμο γύρω – γύρω… που να μπορέσω να περάσω μέσα από την γέφυρα για να παρακολουθήσω την όλη ναυτική τότε ιεροτελεστία… Ήχοι βαρύτονοι.. με μία ανάσα.. με φωνή βροντερή.. σταθερή … θαρραλέα… Δήλωναν τη σιγουριά του καπετάνιου.. την ορθότητα των αποφάσεων του…! Και όσες φορές και αν τις άκουγα τότε.. κάθε φορά ανακάλυπτα και μια καινούργια κρυφή έννοια που κρυβόταν ανάμεσα στις νότες τους…! Ακόμη και όταν άρχισα «ο εγώ» να τις ξεστομίζω.., οι θύμησες μου με οδηγούσαν σε αυτούς τους ήχους… σε αυτές τις αναμνήσεις…!
Ήταν μια άλλη εποχή.., ήταν μια άλλη ομορφιά.., ήταν μιας άλλης εποχής η ναυτοσύνη… και οι δύο πρόσω ολοταχώς με πορεία για Μύκονο με άσχημες καιρικές συνθήκες πρωτόγνωρες σε μένα τότε.. πως ένοιωσα; Καλύτερα να σιωπήσω… Πέρασαν τα χρόνια και πήγα ξανά με το ΜΙΑΟΥΛΗ… πέρασαν τα χρόνια, 1981 και πήγα με το ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝΟΥ με πλοίαρχο τον καπετάν ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟ… δάσκαλος.., άνθρωπος και καθοδηγητής σε πολλά και σε όλους… τότε ήμουν δίπλα του.., ήμουν κοντά του… Αποτύπωνα… αλίευα… και διδασκόμουν… Περιπέτειες…; Πολλές.., ναυτικές.., λιμανιάτικες…, διδακτικές…, αυθεντικές…, με αίσιο πάντα τέλος… Δύσκολο λιμάνι…, δύσκολο καράβι…, δύσκολοι καιροί… αλλά μπόλικη ναυτοσύνη και απεριόριστη διδαχή σε εμάς τους τότε νεοσσούς… με κυρίαρχη αρχή για όλους μας τον σεβασμό..! Απύθμενο σεβασμό προς τους ανωτέρους μας… προς τις υποχρεώσεις μας απέναντι στους επιβάτες μας… προς την ανεξερεύνητη απέραντη θάλασσα…
Και μου έλεγε ένας από τους δασκάλους μου… «Άκου μικρέ.., η ζωή μας είναι ένα ταξίδι…, η δουλειά μας ένα πολυπλοκότατο καράβι… καπετάνιοι είμαστε εμείς στο δικό μας καράβι…, να το θυμάσαι αυτό πάντα…!» Ρωτούσε και ρωτώ είμαστε τέκνα μου…; Είμαστε ομορφιές μου;; Μα είναι δυνατόν να αποκριθώ εγώ..; Από εσάς και με τον τρόπο σας… απαντήστε…, ονειρευτείτε…, ψαχουλοψαχτείτε… και ανταποκριθείτε εις το ψυχογραφικό μου κέλευσμα… Είναι σημαντικό να γνωρίζετε πως να κυβερνάται το δικό σας σκάφος…, είναι σημαντικό να είστε ειλικρινείς στον εαυτό σας, κυβερνήτες μου…
Μου ήρθε και το αμόλησα… Γιατί..; Γιατί η ζωή μας είναι και αυτά…, αλλά και άλλα πολλά… Ποια…; Ταξίδεψε και ψάξε… θα τα βρεις καραβοκύρη μου…
Τελειώνοντας, αδυνατώ να μην αναφερθώ για τις δικές μου μουσικοσυνθέσεις και εννοώ τις ναυτοσυνθέσεις…
1989… «ο εγώ» στον μοχλό της πλοιαρχικής διεύθυνσης της ναυαρχίδας της Συρο-τηνο-μυκονιας… Ψάχνω.., κοσκινίζω… και διαπιστώνω ναυτοεπαγγελματικά ότι δεν άλλαξε πράμα από τότε… δεν άλλαξε τίοτις… ίδιες εντολές…, ίδιες κινήσεις.., ίδιες τουφεκιές…, ίδιες πολιτικές φανφάρες, αλλά χειρότερο λιμάνι… που εξ’ αποστάσεως μπανίζω… λανθάνω…; Διορθώστε με ναυτόνια μου, μαλώστε με… και… και.. και … Σας αγαπώ και σας γαργαλίζω καρδιές μου και δεν αναποδιάζω… Απλά θέλω επιμένω και πρέπει να οργανωθούμε και να ενημερώσομε ηθικά ότι μας καίει και πρέπει… σας αγαπώ… καλοτάξιδοι…».