“ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΤΑΞΙΔΙΑΡΙΚΗΣ ΨΥΧΗΣ, ΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΑΘΕΡΑΠΕΥΤΗ”

ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΣΑΚΙ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΑΡΖΕΝΤΑ

 

 

 

 

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΖΕΝΤΑΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ, Τ. ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΠΥΡΓΟΥ-ΚΑΛΛΙΣΤΗΣ

“Είναι λιγουλάκι δύσκολο να φανταστείτε πως νοιώθω και πως σας διαισθάνομαι, όταν βλέπετε την τραγιάσκα μου να σας θωρεί λάγνα από το γραφικό μας μετερίζι… Που δυστυχώς, την περονιάσατε με το μάτι σας και απωλέσθη… Η ΤΡΑΓΙΑΣΚΑ… Και παρά τις προσπάθειες των διωκτικών αρχών και του ξεματιάσματος, δεν ανευρέθηκε, αναγκάζοντας με να το αναρτήσω παντού «ο ευρών αμειφθήσεται…», όντας είναι μια κλασική επωδός και ουχί σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο… Την θωριά μου λοιπόν, την ομορφιά μου…, ΑΣΤΕΙΕΥΟΜΑΙ…, την ταξιδιάρικη…, την αγέλαστη να σας θωρεί…, να ονειρεύεται ταξίδια και γλαροπούλια θαυμαστά και ομορφούλικα…

Είναι της ταξιδιάρικης ψυχής μια νοσταλγία αθεράπευτη…! Χωρίς υπερβολές και ψυχό-μαγειρέματα, σας λέω ότι χρειάζονται όλα…, έχοντας την σημασία τους…, τον στόχο τους…, το πέταγμα της πετριά τους… για προειδοποίηση, με στόχο τα κακό σερβιρίσματα, τις ανόητες εμπνεύσεις, τις σκάρτες αγκαλιές, τα ψεύτικα φιλιά και τις αλλήθωρες ματιές για ξεπετάγματα…

Αναχώρηση λοιπόν και ΚΑΛΟ ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΙ… «Κα, για πε μου ήντα λέει ο καιρός κάτω;» ρώτησα την μάνα μου πριν το αμόλα… «Ήντα να λέει παιδί μου…; Τα κάλαντα λέει ο Γαρμπής… είναι κουτρουνιάρη ο διαολόκαιρος και σμπαράρει στο διάβα του, στο πέρασμα του, από τσού τράφους και τση αμπασές ό,τι βρει… Δεν άφησε πάλι πράμα στο βουνό…, πράμα… και τσι γούλες ανέσπασε ΓΙΩΡΓΗ μου…» Ήταν η Μάνα μου, προς ενημέρωση σας, μια τοπική και αναντικατάστατη μετεωρολόγος…, άμισθη… και ανασφάλιστη…, με πλήρη γνώση και συναίσθηση των μετεωρολογικών της στοιχείων και προβλέψεων…, λόγω της έννοιας για τον ΥΙΟ της ξενιτιάς…!

Θα με νοήσετε όταν και εφόσον το ζήσετε… Για την μάνα μου λέω, αγάπες μου, με προϊστάμενο τον ΝΙΚΟΛΟ μου, και προς αποφυγή παρεξηγήσεως, έχουν μετοικίσει εις τα ουράνια άνευ επιστροφής… ΑΓΑΠΕΣ ΜΟΥ μοναδικές…!!! ΑΛΗΘΕΙΑ ΛΕΩ… Ήταν λοιπόν, η προετοιμασία για ένα ταξιδάκι…, το τελευταίο μου πριν την στεριανή μου αγκυροβολιά εν Θήρα, με το πρώην «Λήμνος» που είχε βαπτιστεί «Παναγία Τήνου». Έχοντας αφετηρία το Λαύριο και πιότερο την Σύρο, με προορισμό όλα τα κυκλαδονήσια…, μα όλα… Για το μέγεθος του ήταν ταξιδιάρικο και βολικό για όλες τις θαλάσσιες αμπάσες των άγονων νησιών μας, αλλά χόρευε το αδυνατούλη μου ακατάπαυστα στις αγριεμένες χειμωνιάτικες θαλάσσιες διαδρομές… Ήταν ένα ολόκληρο μπαλέτο χορού…, ήταν μια σχολή χορού και ξεφαντώματος…, ήταν μια εργασιακή γωνιά για εμάς τους αλμυρούς… και ένα εργαλείο των νησιών της τότε εποχής μοναδικό και χρήσιμο… ΞΕΧΑΣΙΑΡΗΔΕΣ… «Πώς ανέβηκες Αθήνα φίλε…;» ΓΡΟΙΚΑΤΕ ΜΕ… «Μα με το αρεοπλάνο ΓΙΩΡΓΗ σε μισή ώρα…, κα, ήντα να σου πω τρεζάθηκα σαν το τρυόνι πήαινε…, ένα πέταμα από κάτω και ένα κάθισμα εδώ…» «κα, βρε ήντα τραβούσες και εσύ…, ώσπου να βγεις με το παπόρι στα φανάρια αριβάρεις με το αρεοπλάνο πάνω…» Οι εποχές άλλαξαν…, εμείς…;

Εμείς λοιπόν, αναχωρήσαμε από Λαύριο για Κέα-Κύθνο-Σύρο-Πάρο-Νάξο-Φολέγανδρο-Σίκινο-Ίο-Θηρασιά-Θήρα-Ανάφη και επιστροφή για Σύρο… Νυφούλες τα νησάκια μας…, νυφούλες ασπρογάλαζες και παιχνιδιάρες…, περιζήτητες από πολλούς που επιθυμούν την ξαστεριά…, την μυρωδιά της ρίγανης και του φασκομηλιού…. Ξεμπουκάροντας, η πλώρη μας από το Μακρονήσι άρχισε η έντονη μουσική της θάλασσας και οι τρελοί χοροί της να μας ζαλίζουν… Πού να ορθό- πλωρίσεις και πού την πρύμνη σου να στήσεις…, πού…; Πώς τον καφέ να πιείς και τα κορδόνια σου να δέσεις…, πώς…; Πού να οδηγήσεις και πού να οδηγηθείς…, την μέση να ισιώσεις…, πού…; Αφού χωνέψαμε τις πέτρες από το κούνημα…, μπουκάραμε στο τζιώτικο απάγκιο, για μια μηχανή και δυο φακέλους… Ζαλισμένα και αυτά… Κα, ποιος να μπει να ταξιδέψει…, ποιος…; Απόπλους για ΘΕΡΜΙΑ και για ταλαιπωρία κατάπλωρη από τις άγαρμπες βουτιές του ναυτικού μας εργαλείου… Και να βουτιές…, να αστραπές…, να μπόρες…, σταυρούς…, μοιρολόγια… και κουνήματα της μέσης… ΑΜΦΙΣΒΗΤΕΙΤΕ…; Μου ξεφύγατε πολλοί από εσάς και δεν τα ζήσατε διόλου από το ψηλό μας μετερίζι καλοί μου, με αυτά τα παπόρια…, αυτά τα λιμάνια…, αυτές τις εποχές… Είχε φίλοι μου όλα τα καλούδια το ΛΗΜΝΟΣ για αρμένισμα…, για λιμάνια, αλλά σε μικρές δόσεις, την εποχή της βασιλείας του με Πλοίαρχο τον Καπετάν ΝΙΚΟ ΛΟΥΔΑΡΟ…

Δύσκολα…, αλλά όμορφα…, ανθρώπινα…, ζεστά…! Δεν θέλω να σας ζαλίζω με περαιτέρω κουνήματα…, ευχέλαια και προσευχές από τις αλμυρές μας περιπέτειες… Αφενός, για να ζήσουμε εμείς και πιότερο για να πάνε στην νησιώτικη απανεμιά τους… Μη αδημονείτε διόλου γιατί είμαι στην γέφυρα ακόμη και μονίμως, να θωρώ…, να κυβερνώ… και να οργανώνομαι πως να μπουκάρω και πως να ξεπορτίσω από τση άγριες αμπασές των λιμανιών μας… ΤΟΤΕ… Τώρα…; Εδιορθώθει τίοτις…; Δεν γιγνώσκω διότι ασχολούμαι με τση πεταλίθρες και τσου αχινούς επαέ…!

Επειδή φίλοι μου η γραφή μου δεν είναι ανάποδα και πρόσω, πέντε μοίρες αριστερά και μέση το τιμόνι, θα αποπλεύσουμε από Κύθνο και θα μου θυμίσετε να σας λιάσω το αποδέλοιπο ταξίδι μέχρι την γενέτειρα ΜΟΥ και επιστροφή από Ανάφη… ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΛΑΤΡΕΥΩ ΑΝΡΩΠΙΝΩΣ ΚΑΙ ΕΔΑΦΙΚΩΣ ΠΟΛΥ… Βέβαια διαβάζοντας το γεμάτο μπότζι γραφικό μου φάρμακο, δεν επιδιώκω και δεν θέλω διακαώς να νομίσετε ότι καυτηριάζω τα τότε κακώς κείμενα… ΟΧΙ ΚΑΙ ΠΟΤΕ… και το κυριότερο να μη ξεχνάμε ότι η μοναξιά άμα την χαϊδολογείς προσεγμένα…, είναι η αφετηρία κάθε δημιουργίας… και το γράψιμο…, μια μοναξιά με παρέα (αλιευμένο)… Στο σήμερα σμπαράρω τουφεκιές… στο τώρα και στο αύριο επιεικώς φερόμενος… ΜΕ ΕΝΝΟΗΣΑΤΕ…; Άμεσα βγάλτε τις ωτασπίδες…………………… ΑΜΕΣΑ……… Φιλιά στους αστακούς και στα γαλόπουλα… ΑΓΑΠΕΣ ΜΟΥ…”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *